ΤΟΝ ΘΥΜΑΣΑΙ; – Age Of Basketball http://www.ageofbasketball.net AGE OF BASKETBALL. Η μοναδική Αθλητιατρική Μπασκετική Πύλη στο ελληνικό διαδίκτυο ξεχωρίζει μέσα από το περιεχόμενο, τα άρθρα ... Thu, 26 Dec 2019 19:36:11 +0000 en-US hourly 1 https://wordpress.org/?v=5.0.21 Τον θυμάσαι; Κλιφ Λέβινγκστον http://www.ageofbasketball.net/archives/8329 http://www.ageofbasketball.net/archives/8329#respond Sat, 26 Jul 2014 00:25:10 +0000 http://theageofbasketball.net.ageofbasketball.net/2014/07/26/%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b8%cf%85%ce%bc%ce%ac%cf%83%ce%b1%ce%b9-%ce%ba%ce%bb%ce%b9%cf%86-%ce%bb%ce%ad%ce%b2%ce%b9%ce%bd%ce%b3%ce%ba%cf%83%cf%84%ce%bf%ce%bd/ Ο Κλιφ Λέβινγκστον (Cliff Levingston, 53, 2.03) γεννήθηκε το 1961 στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια και είναι από τις πιο σημαντικές μορφές που πέρασαν από το ελληνικό πρωτάθλημα, με τη φανέλα του ΠΑΟΚ. Με το προσωνύμιο «Good News» ο Λέβινγκστον ήταν παίκτης που ξεχώριζε για τα αθλητικά προσόντα του, το άλμα και την εκρηκτικότητά του, …

The post Τον θυμάσαι; Κλιφ Λέβινγκστον appeared first on Age Of Basketball.

]]>
Ο Κλιφ Λέβινγκστον (Cliff Levingston, 53, 2.03) γεννήθηκε το 1961 στο Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια και είναι από τις πιο σημαντικές μορφές που πέρασαν από το ελληνικό πρωτάθλημα, με τη φανέλα του ΠΑΟΚ. Με το προσωνύμιο «Good News» ο Λέβινγκστον ήταν παίκτης που ξεχώριζε για τα αθλητικά προσόντα του, το άλμα και την εκρηκτικότητά του, με τον Τεξ Ουίντερ να αναλύει το προσωνύμιο ως: «έχει το χάρισμα να χαλαρώνει τους πάντες στα αποδυτήρια με τον απίστευτο χαρακτήρα του».

Κολέγιο

Στο κολέγιο Ουιτσιτά Στέιτ άφησε από νωρίς το στίγμα του. Το 1998 έγινε ο 5ος παίκτης στην ιστορία των Σόκερς που είδε τη φανέλα του στην οροφή του γηπέδου δίπλα σε εκείνες των Ντέιβ Στόλγουορθ, Αντουάν Καρ, Κλίο Λίτλτον και Εξέιβιερ ΜακΝτάνιελ. Στους Σόκερς έμεινε 3 χρόνια, και ήταν από τους πιο σημαντικούς παίκτες στην ιστορία τους. Είχε 16.2 πόντους και 10.6 ριμπάουντ συνολικό μέσο όρο στις τρεις σεζόν, δύο φορές επιλέχτηκε στην πρώτη ομάδα της περιφέρειας του Μιζούρι, μία φορά στην 3η πεντάδα σε όλες τις Η.Π.Α., τη δεύτερη σεζόν είχε 18.5 πόντους και 11.4 ριμπάουντ, 1ος σκόρερ και 1ος ριμπάουντερ της ομάδας. Την πρώτη του σεζόν έβαζε 15.7 πόντους και είχε 10.1 ριμπάουντ ανά αγώνα, οι πόντοι είναι ο 2ος υψηλότερος μέσος όρος που είχε ποτέ πρωτοετής στην ιστορία του κολεγίου, ενώ ο μέσος όρος που είχε στα ριμπάουντ ήταν ο υψηλότερος στην ιστορία των Σόκερς για πρωτοετή παίκτη.

Πίστονς και Χοκς

Το 1982 άφησε την 4η σεζόν του στο κολέγιο για να δηλώσει συμμετοχή στο ντραφτ, όπου επιλέχθηκε στο νο9 από τους Ντιτρόιτ Πίστονς. Ο τότε τζένεραλ μάνατζερ των Πίστονς, Τζακ ΜακΚλόσκεϊ, είπε για τον Λέβινγκστον μια ημέρα μετά που οι Πίστονς τον επέλεξαν στο ντραφτ: «Έχει αδιανόητη εκρηκτικότητα και αδιανόητη ταχύτητα. Αυτός είναι ένας τύπος που μπορεί να πετάξει».

Με τους Πίστονς έπαιξε 2 σεζόν, 18.5 λεπτά ανά αγώνα, έχοντας 6.5 πόντους και 5.5 ριμπάουντ μέσο όρο. Στη συνέχεια μετεγγράφηκε στους Ατλάντα Χοκς (μαζί με τον Αντουάν Καρ, Διόσκουρό του απ’ το κολέγιο) για τον Νταν Ράουντφιλντ.

Με τους Χοκς πέρασε 6 σεζόν, τις καλύτερές του στο NBA, με μέσο όρο 8.9 πόντους και 6.2 ριμπάουντ ανά αγώνα, με 53% εντός παιδιάς, παίζοντας 25.0 λεπτά ανά αγώνα. Όλες έπαιξε τουλάχιστον 74 παιχνίδια, στην καλύτερή του σεζόν είχε 9.8 πόντους, 7.6 ριμπάουντ, 1.4 ασίστ, 0.9 κλεψίματα και 0.9 τάπες (το 1984-85), ενώ το 1987-88 είχε 10.0 πόντους μέσο όρο (μόνη χρονιά με διψήφιο αριθμό πόντων).

Κατά τη διάρκεια της θητείας του στους Ατλάντα Χοκς, ο Λέβινγκστον έγινε ένας από τους ελάχιστους παίκτες στην ιστορία του NBA, που χρησιμοποιούν τον κανονισμό «foul into» σε ένα παιχνίδι. Με 7 δευτερόλεπτα να απομένουν για το τέλος του αγώνα των Γιούτα Τζαζ με τους Χοκς (Φλεβάρης του 1986, οι Τζαζ κέρδισαν στην παράταση με 109-105) ο Λέβινγκστον επέστρεψε στο παρκέ, παρότι 28 δευτερόλεπτα νωρίτερα είχε αποβληθεί με 6 φάουλ, κάνοντας χρήση αυτού του σπάνιου κανονισμού!

Οι Χοκς έπαιζαν χωρίς τον Ντομινίκ Ουίλκινς και τον Αντουάν Καρ, ενώ με 2:38 για το τέλος αποβλήθηκε με 6 φάουλ και ο Τζον Κόντσακ. Με 3:36 για το τέλος της παράτασης τον ακολούθησε ο Κέβιν Ουίλις, με 3:01 ο Σκοτ Χέιστινγκς και με 1:12 ο Σπαντ Ουέμπ. Με 35 δευτερόλεπτα για το τέλος αποβλήθηκε και ο Λέβινγκστον. Έτσι, οι Χοκς έμειναν με 5 παίκτες, εκ των οποίων οι δύο είχαν από 5 φάουλ. Στα 7 δευτερόλεπτα οι Χοκς κάλεσαν παράνομα τάιμ άουτ και χρεώθηκαν με τεχνική ποινή, ο Ντοκ Ρίβερς διαμαρτυρήθηκε, αποβλήθηκε από τον αγώνα και οι Χοκς έμειναν με 4 παίκτες. Αποτέλεσμα αυτού, ο Λέβινγκστον επέστρεψε στο παρκέ με 6 φάουλ, με «κόστος» μια τεχνική ποινή (και τεχνική ποινή κάθε φορά που θα έκανε φάουλ στο εξής). Στα τελευταία δευτερόλεπτα, μάλιστα, ο Λέβινγκστον έβαλε και τρίποντο, μειώνοντας στο τελικό 109-105.

Στους Μπουλς πρωταθλητής

Όταν έφυγε από την Ατλάντα ο Λέβινγκστον παράτησε ένα εγγυημένο τετραετές συμβόλαιο αξίας 4.4 εκατομμυρίων δολαρίων για να παίξει στους Μπουλς με 750.000 δολάρια την πρώτη σεζόν και την προοπτική 1.35 εκατομμυρίων δολαρίων τη δεύτερη (με τους Μπουλς να έχουν την οψιόν). Ο ίδιος για την απόφασή του να αφήσει ασφάλεια και χρήματα για να πάει στο Σικάγο είπε: «Είναι σαν να πηγαίνεις στο καζίνο και να ρίχνεις τα ζάρια. Ήθελα επιτέλους να είμαι σε μια ομάδα που ένιωθα ότι θα ήταν έτοιμη να παλέψει για ένα πρωτάθλημα. Στην Ατλάντα υπήρχαν πολλοί εγωισμοί. Όλοι σκέφτονταν το ‘εγώ’ πριν το ‘εμείς’. Είναι ακριβώς το αντίθετο εδώ στο Σικάγο. Όλοι έχουν έναν κοινό στόχο, να κερδίσουμε τον τίτλο, και όλοι είναι διατεθειμένοι να θυσιαστούν γι’ αυτό».

Στο Σικάγο δεν είναι ότι λατρεύτηκε από την πρώτη στιγμή. Πριν πάει, μόνο ο Φιλ Τζάκσον τον ήθελε. Ο Τζέρι Ράινσντορφ, ιδιοκτήτης των Μπουλς είχε πει χαρακτηριστικά: «Είδα όλα αυτά τα παιχνίδια της Ατλάντα και δεν θυμάμαι να τον είδα σε κάποιο». Αλλά δεν θα έλεγε όχι στον Τζάκσον, αφού είχε ξεκαθαρίσει ότι άφηνε σε εκείνον τις αποφάσεις. Ούτε ο Κράουζ ήθελε τον Λέβινγκστον, προτιμούσε τον Τζον Γουλφ.

Η υπογραφή του στους Μπουλς το 1990 ήταν κάτι παραπάνω από σίριαλ. Ο Λέβινγκστον ήθελε να πάει στο Σικάγο και αυτό τον οδήγησε να απορρίψει νωρίς κάθε άλλη πρόταση, «μιλούσα ευθέως, έκοψα τις επιλογές μου αντί να τις καθυστερήσω. Από πλευράς επιχειρηματικότητας δεν ήταν έξυπνο». Όμως, οι Μπουλς ήθελαν από τότε να πάρουν τον Κούκοτς και μετρούσαν το κάθε δολάριο για να κάνουν χώρο στο σάλαρι καπ ώστε να τον φέρουν στο Σικάγο (του είχαν στείλει φανέλες με το όνομά του, είχαν βάλει στο προσωπικό τους μεταφραστή από τα γιουγκοσλαβικά ως ‘βοηθό προπονητή’ και προσπαθούσαν να τον ‘πετάξουν’ στο Σικάγο για να τον κερδίσουν με την ατμόσφαιρα στο γήπεδο). Ήθελαν να έχουν 2 εκατομμύρια ελεύθερα ανά πάσα στιγμή, μήπως ο Κούκοτς αποφάσιζε ξαφνικά ότι ήταν έτοιμος να έρθει στο NBA (ο Κούκοτς το έκανε τελικά το 1993).

Οι Μπουλς δεν ήθελαν να δώσουν στον Λεβινγκστον 1,3 εκατομμύρια δολάρια οπότε οι διαπραγματεύσεις τράβηξαν αρκετά. Μέχρι τέλος Αυγούστου ο Λέβινγκστον δεν είχε υπογράψει και είχε αρχίσει να σκέφτεται την Ευρώπη, νιώθοντας ότι οι Μπουλς τον κορόιδευαν. Κάπου εκεί αναμίχτηκε και ο Τζόρνταν, που άρχισε να δένεται με τον Λέβινγκστον και να τον συμβουλεύει. Ο Λέβινγκστον από την αρχή προσπάθησε να έρθει κοντά με τον Τζόρνταν (οι άλλοι στο Σικάγο έλεγαν χαρακτηριστικά κοροϊδεύοντάς τον «πόσες φορές φίλησε σήμερα τον κώλο του Μάικλ ο Κλιφ;»), με τον MJ να τον συμβουλεύει να μη δεχτεί κάτω από 1 εκατομμύριο.

Οι Μπουλς τελικά του πρόσφεραν 750.000 δολάρια θεωρώντας ότι ο Λέβινγκστον θα υπογράψει (είχε πει στον Τζόρνταν ότι δεν ήθελε να πάει στην Ευρώπη) λέγοντας «αν μπορείς να βρεις καλύτερο συμβόλαιο, πήγαινε». Στο NBA ο Λέβινγκστον δεν θα έβρισκε αντίστοιχο συμβόλαιο, αλλά απάντησε ότι θα φύγει για την Ευρώπη προκειμένου να υπογράψει με τέτοιους όρους. Οι Μπουλς επέστρεψαν με νέα πρόταση, διετές συμβόλαιο έναντι 2,15 εκατομμυρίων, με οψιόν δική τους μετά την πρώτη σεζόν, αλλά αν δεν την ενεργοποιούσαν θα πλήρωναν 400.000 στον Λέβινγκστον, οπότε η πρώτη του σεζόν είχε εγγυημένα στην ουσία (μαζί με τα 750.000) 1,15 εκατομμύρια δολάρια.

Η χρονιά δεν κύλησε όπως θα ήθελε ο Λέβινγκστον, που έμενε πολύ στον πάγκο, ενώ κάποια στιγμή το χειμώνα ξέσπασε κιόλας κατά του Φιλ Τζάκσον (“τι με έχει εδώ αν δεν με βάζει; Διώξτε με”). Πάντως, έκανε πολύ μεγάλο παιχνίδι στο 3ο ματς της σειράς των τελικών του 1991 απέναντι στους Λος Άντζελες Λέικερς, με 10 πόντους με 5/5 σουτ, 4 ριμπάουντ και 3 τάπες σε 20 λεπτά, στη νίκη των Μπουλς με 96-104 στο Λ.Α. για το 2-1 στη σειρά (με τον Τζόρνταν να λέει “ο MVP σήμερα ήταν ο Κλιφ”). Μετά το ματς ο Λέβινγκστον μίλησε για τη σεζόν στο Σικάγο όπου έπαιζε το μισό χρόνο περίπου απ’ όσο στην Ατλάντα: «Θα μπορούσα να κρεμάσω το κεφάλι μου και να νιώθω άσχημα για τον εαυτό μου. Αλλά ο κόουτς Τζάκσον μου είπε ότι με προφύλασσε για τα πλέι οφς. Κράτησα το μυαλό και το σώμα μου έτοιμα για τη στιγμή που θα μου δοθεί η ευκαιρία».

Μετά την ήττα στο πρώτο ματς της σειράς, ο Λέβινγκστον αντέδρασε με μοναδικό τρόπο: «Έτρεχα στα αποδυτήρια αρπάζοντας όποιον έβλεπα και φωνάζοντας ‘θα σκουπίσουμε τα επόμενα 4 παιχνίδια’. Όλοι με κοιτούσαν λες και ήμουν τρελός. Ήταν τολμηρή δήλωση. Ο Μάικλ μου είπε ‘Κλιφ, πρέπει να κερδίσεις το πρώτο ματς για να τους σκουπίσεις’ και του απάντησα ‘Ε, ας τους σκουπίσουμε από εδώ και στο εξής’». Οι Μπουλς το έκαναν πράγματι, πήραν τη σειρά με 4-1, με τον Λέβινγκστον να πηγαίνει στο γήπεδο των Λέικερς πριν τον 5ο αγώνα με τζάκετ που έγραφε στην πλάτη «Παγκόσμιοι Πρωταθλητές Σικάγο Μπουλς».

Τη δεύτερη σεζόν, απέναντι στους Πόρτλαντ Τρέιλ Μπλέιζερς, δεν έβαλε το ίδιο τζάκετ. Δεν το θεώρησε αρκετά αισιόδοξο. «Πήρα άλλο τζάκετ την επόμενη σεζόν. Έλεγε ‘Repeat-a-Bulls’»!

Φεύγοντας από το Σικάγο ο Λέβιγκστον έκανε τη σύγκριση του Ντομινίκ Ουίλκινς με τον Μάικλ Τζόρνταν, βρίσκοντας αυτή που θεωρούσε ως τη μεγαλύτερη διαφορά τους: «Ο Ντομινίκ ήθελε περισσότερο να είναι το αστέρι, το σημείο αναφοράς της ομάδας. Ο Μάικλ ήθελε να κερδίζει πρωταθλήματα. Το μόνο που ήθελε ήταν το δαχτυλίδι. Ο Ντομινίκ δεν καταλάβαινε τι χρειαζόταν για να κερδίσεις ένα πρωτάθλημα, δεν θυσίαζε μέρος του παιχνιδιού του για την ομάδα. Δεν μπορούσε να αντιληφθεί ότι θα έλαμπε ακόμα περισσότερο αν η ομάδα του κέρδιζε. Ο Μάικλ το αντιλαμβανόταν αυτό».

Με τους Μπουλς ο Λέβινγκστον είχε 4.0 πόντους και 2.9 ριμπάουντ ανά αγώνα, παίζοντας 12.9 λεπτά στις δύο σεζόν του (το μισό απ’ όσο έπαιζε στους Χοκς).

 

Ελλάδα και ΠΑΟΚ

Τον Ατλαντικό τον πέρασε το καλοκαίρι του 1992, για να φτιάξει στον ΠΑΟΚ μια μεγάλη ομάδα με Κεν Μπάρλοου, Μπάνε Πρέλεβιτς, Τζον Κόρφα και Παναγιώτη Φασούλα, μια ομάδα που έφτασε ως το φάιναλ φορ του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος στο ΣΕΦ. Με τον ΠΑΟΚ στο ελληνικό πρωτάθλημα ο Λέβινγκστον είχε 14.0 πόντους ανά αγώνα, 10.7 ριμπάουντ, 1.1 τάπες, 1.1 κλεψίματα και 1.5 ασίστ, σουτάροντας με 52% στα δίποντα, 18% στα τρίποντα και 66% στις βολές.

Πρώτο του παιχνίδι απέναντι στον Άρη (είχε 16 πόντους και 10 ριμπάουντ) και ο ίδιος αφηγείται μια απίστευτη εμπειρία: «Όταν αρχικά μπήκα για ζέσταμα μία ώρα πριν από το ματς όλα ήταν νορμάλ κι όταν επέστρεψα ένα πυκνό σύννεφο καπνού είχε καλύψει τα πάντα. Ήταν ο καπνός των τσιγάρων. Σοκαρίστηκα. Έλεγα στους ανθρώπους του ΠΑΟΚ ότι στο NBA απαγορεύεται το κάπνισμα μέσα στο γήπεδο και μου απαντούσαν πως και στην Ελλάδα απαγορεύεται».

Με τον Άρη είχε ζήσει και άλλο περιστατικό: «Κάποια στιγμή πήγα να παρακολουθήσω έναν ευρωπαϊκό αγώνα του Άρη και βρέθηκαν κάποιοι που άρχισαν να με φτύνουν και να με βρίζουν».

Στα highlights του τη σεζόν, το 2ο παιχνίδι του απέναντι στον Παναθηναϊκό, ο ΠΑΟΚ κέρδισε με 79-74 και ο Λέβινγκστον είχε 18 πόντους, 10 ριμπάουντ και 4 τάπες με 7/14 δίποντα. Απέναντι στον Πανιώνιο είχε στο 73-57 της ομάδας του 20 πόντους, 12 ριμπάουντ, 2 κλεψίματα και 6 ασίστ με 7/11 δίποντα, ενώ το ρεκόρ ριμπάουντ του το έκανε κόντρα στο Παγκράτι που είχε (79-64 ο ΠΑΟΚ) 12 πόντους, 15 ριμπάουντ, 1 κλέψιμο, 1 τάπα και 4 ασίστ με 4/8 δίποντα. Μόλις δύο φορές όλη τη σεζόν είχε μονοψήφιο νούμερο και σε πόντους και σε ριμπάουντ (στη μία έπαιξε λίγο γιατί ο ΠΑΟΚ κέρδισε πολύ εύκολα).

Στα πλέι οφς στα προημιτελικά κόντρα στον Ηρακλή έκανε το ρεκόρ πόντων του στη χώρα μας με 24 πόντους (8 ριμπάουντ, 2 τάπες, 1 ασίστ) με 9/10 δίποντα και 1/2 τρίποντα, ενώ στο 2ο ματς είχε 18 πόντους, 15 ριμπάουντ, 2 κλεψίματα και 3 ασίστ.

Στην καταστροφική για τον ΠΑΟΚ σειρά με τον Ολυμπιακό στα ημιτελικά είχε 20 πόντους και 8 ριμπάουντ στο πρώτο ματς (στο 48-57 και το σπάσιμο έδρας του Ολυμπιακού στο παιχνίδι που ο Μπάρλοου έβαλε 3 πόντους με 1/3 σουτ), ενώ είχε 20 πόντους και 10 ριμπάουντ στο 3ο παιχνίδι, το μοναδικό που κέρδισε ο ΠΑΟΚ στη σειρά (70-64). Στον 2ο μικρό τελικό κόντρα στον Πανιώνιο είχε 19 πόντους, 15 ριμπάουντ και 3 τάπες, με τον ΠΑΟΚ να παίρνει με 3-0 τη σειρά.

Στην Ευρώπη, ο ΠΑΟΚ έκανε εκπληκτική σεζόν. Με 8-4 τερμάτισε πρώτος στον όμιλό του στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα για να πάρει την πρόκριση για τα προημιτελικά. Απόλυτο highlight το ματς κόντρα στην Μπανταλόνα, όπου ο Λέβινγκστον είχε 20 πόντους και 13 ριμπάουντ με 7/9 δίποντα και 2/2 βολές στην εκπνοή για το 83-81 του ΠΑΟΚ. Στο 71-82 εκτός έδρας με την Τσιμπόνα είχε 23 πόντους, 13 ριμπάουντ και 4 κλεψίματα, ενώ κόντρα στη Σκαβολίνι είχε 23 ριμπάουντ (και 11 πόντους) στο 69-65 του ΠΑΟΚ.

Ο ΠΑΟΚ στα προημιτελικά έπαιξε με την Ορτέζ, κέρδισε με 86-103 στο πρώτο ματς με τον Λέβινγκστον να έχει 17 πόντους και 10 ριμπάουντ με 7/11 σουτ απέναντι στον Μουρεσάν (29 πόντους, 13 ριμπάουντ στο ματς) και ένα εκπληκτικό κάρφωμα:

Στο δεύτερο παιχνίδι στην έδρα του ο ΠΑΟΚ κέρδισε με 81-65 με τον Λέβινγκστον να έχει 19 πόντους και 11 ριμπάουντ και τον προπονητή της Ορτέζ να λέει μετά το ματς το χαρακτηριστικό: «Ούτε οι Μπουλς δεν κερδίζουν εδώ μέσα».

Φάιναλ φορ στο ΣΕΦ
για τον ΠΑΟΚ, ο Λέβινγκστον είχε 18 πόντους και 12 ριμπάουντ στον ημιτελικό κόντρα στην Μπενετόν Τρεβίζο, αλλά η κακή άμυνα του ΠΑΟΚ, η απουσία του Τσέκου (και το συνεπακόλουθο «πάρτι» του Ρουσκόνι με 23 πόντους) και ο μαγικός Τόνι Κούκοτς (15 πόντοι, 8 ριμπάουντ, 10 ασίστ, 2 κλεψίματα) του στέρησαν με 77-79 την πρόκριση στον τελικό, με τους παίκτες του ΠΑΟΚ να μην μπορούν να συνέλθουν.

Στον μικρό τελικό με τον Λέβινγκστον να έχει 11 πόντους και 10 ριμπάουντ (με 2/11 σουτ) ο ΠΑΟΚ κέρδισε με 76-70 τη Ρεάλ Μαδρίτης. Συνολικά εκείνη τη σεζόν στην Ευρώπη είχε 16.6 πόντους, 11.5 ριμπάουντ και 1.4 κλεψίματα με 55% στα δίποντα και 53% στα τρίποντα παίζοντας 30.7 λεπτά ανά αγώνα.

Για τον Λέβινγκστον η ήττα από την Μπενετόν κόστισε και το πρωτάθλημα στον ΠΑΟΚ: «Ήμασταν άπιαστοι στην κανονική διάρκεια, κάναμε μεγάλα παιχνίδια στα πλέι οφς, μας είχαν φαβορί, αλλά το χάσαμε με δική μας υπαιτιότητα. Στο καθοριστικό παιχνίδι με την Μπενετόν, δεν μας έφταιγε ούτε ο τραυματισμός του Τσέκου ούτε το άγχος. Δεν είχαμε άγχος ούτε νιώσαμε πίεση από τον κόσμο. Αντιθέτως, μας άρεσε που είχαμε 10.000 τρελαμένους οπαδούς μας που ήρθαν από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα. Ήταν πολύ μεγάλη ευκαιρία, θέλαμε πάρα πολύ εκείνο τον τίτλο, αλλά για έναν απίστευτο τρόπο χάσαμε την συγκέντρωσή μας και δεν παίξαμε ομαδικά στα 40΄ εκείνα λεπτά. Κι ενώ σε όλα τα προηγούμενα παιχνίδια μάς θαύμαζαν για την ομαδικότητά μας! Εμείς φταίμε κι όχι η τύχη των αντιπάλων που έβαλαν και κάποια απίθανα τρίποντα. Εμείς έπρεπε να τους σταματήσουμε με καλύτερη άμυνα. Δυστυχώς χάθηκε εκείνος ο τίτλος και η ευκαιρία να πατήσουμε στην κορυφή της Ευρώπης. Πονέσαμε πολύ. Χάσαμε και το πρωτάθλημα από το σοκ».

Ο Λέβινγκστον είχε υπογράψει διετές συμβόλαιο 2.4 εκατομμυρίων δολαρίων με τον ΠΑΟΚ, ο οποίος, όμως, του ζήτησε να δεχτεί μείωση το καλοκαίρι του 1993, καθώς δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί στο ποσό αυτό τη νέα χρονιά. Ο Αμερικανός το σκέφτηκε, αρνήθηκε και κατέληξε στην Ιταλία και την Μπάκλερ Μπολόνια, από την οποία δεν έχει και τις καλύτερες εντυπώσεις: «Εκεί δεν υπήρχε τίποτα που να θυμίζει τη χημεία που είχαμε στον ΠΑΟΚ. Ήταν η ομάδα του ενός, του Ντανίλοβιτς, γύρω από τον οποίο λειτουργούσε όλο το σύστημα. Δεν υπήρχε ομάδα, παρά μόνο αυτός».

Στην αρχή στη Θεσσαλονίκη τα πράγματα δεν ήταν εύκολα. Ο ίδιος αναφέρει ότι σκέφτηκε σοβαρά ότι έκανε λάθος και σχεδόν έφυγε όταν μάλωσε άσχημα με τον Ντούσαν Ίβκοβιτς στην αρχή της σεζόν, ή όταν «οι οπαδοί στην έδρα μιας αντίπαλης ομάδας μου πετούσαν φακούς και κέρματα. Όταν έσπασαν τους νιπτήρες στις τουαλέτες του γηπέδου και μου πετούσαν τα κομμάτια».

Αλλά όλα άλλαξαν στη συνέχεια: «Είναι εντελώς διαφορετικά από το NBA. Στην αρχή σκεφτόμουν ‘μήπως έκανα λάθος;’. Αλλά όσο περισσότερο το σκεφτόμουν τόσο συνειδητοποιούσα ότι έκανα τη σωστή κίνηση. Έπρεπε να φύγω. Οι Μπουλς δεν έδειξαν κανένα ενδιαφέρον παρότι βοήθησα την ομάδα να πάρει δύο τίτλους. Ήταν ώρα να πάω παρακάτω».

«Στην αρχή της χρονιάς νόμιζα ότι θα με διώξουν από την ομάδα, όταν μάλωσα με τον προπονητή»
, είπε. Αλλά τελικά έμεινε, πήρε ειδική άδεια να κοιμάται μόνος του στο δωμάτιο στα εκτός έδρας ματς, να κάνει λιγότερες προπονήσεις και να… πίνει coca-cola πριν τα ματς: «Είναι σαν πρόγραμμα κολεγίου εδώ από πλευράς αυστηρότητας. Αλλά οι άνθρωποι είναι πολύ ζεστοί και δεκτικοί. Μου φέρονται άψογα. Δεν υπάρχει ούτε ένα μέρος που να περπατήσω στο δρόμο και κάποιος να μην με προσέξει. Κάθε μέρα στην εφημερίδα λέει κάτι για μένα, σε ποιο εστιατόριο έφαγα, τέτοια πράγματα. Μου αρέσουν οι συμπαίκτες μου, κάνουμε πολλά πράγματα μαζί».

Ανέφερε (τον Απρίλιο του 1993) ότι σκεφτόταν να επεκτείνει το συμβόλαιό του για άλλα δύο χρόνια με τον ΠΑΟΚ, ότι μάθαινε ελληνικά και ότι σχεδίαζε να ανοίξει ένα μπεργκεράδικο στη Θεσσαλονίκη όταν θα έκλεινε την καριέρα του. Όλα άλλαξαν όταν ο ΠΑΟΚ του πρότεινε μείωση σε σχέση με τα συμφωνηθέντα, αλλά πια έχει μετανιώσει για τη φυγή του: «Σήμερα έχω καταλήξει στο εξής συμπέρασμα: Εκείνη τη χρονιά δεν έπρεπε να φύγω από τον ΠΑΟΚ. Έπρεπε να δεχτώ τη μειωμένη πρόταση που μου είχαν κάνει. Διότι ακολούθως κατάλαβα ότι ομάδα σαν τον ΠΑΟΚ, κόσμο σαν αυτόν του ΠΑΟΚ και πόλη σαν τη Θεσσαλονίκη δεν θα έβρισκα ποτέ ξανά στη ζωή μου».

Ξανά στο NBA

Μετά από μια χρονιά στην Μπάκλερ, το 1994-95 επέστρεψε στις Η.Π.Α. και αγωνίστηκε στους Ντένβερ Νάγκετς. Μαζί τους έπαιξε 57 αγώνες, 8.2 λεπτά ανά ματς και είχε 2.3 πόντους και 2.2 ριμπάουντ. Συνολικά στην καριέρα του στο NBA είχε 7.1 πόντους και 5.2 ριμπάουντ σε 830 αγώνες σε 11 σεζόν στη λίγκα.

Προβλήματα και φυλακή

Το 2002 ο Λέβινγκστον συνελήφθη για χρέη προς τη μητέρα της κόρης του, καθότι δεν πλήρωνε τη διατροφή που είχε οριστεί και χρωστούσε περισσότερα από 100.000 δολάρια. Συνελήφθη μετά από έναν αγώνα των Ντοτζ Σιτι Λέτζεντς των οποίων ήταν προπονητής. Σύμφωνα με το δικαστήριο που είχε γίνει το 1997, ο Λέβινγκστον έπρεπε να πληρώνει 1.000 δολάρια το μήνα διατροφή και άλλα 500 δολάρια κάθε μήνα αναδρομικά, απόφαση την οποία είχε αγνοήσει παντελώς.

Το όλο θέμα κατέληξε σε ποινή φυλάκισης του Λέβινγκστον, ο οποίος πέρασε 4 μήνες στη φυλακή το 2003 για τα χρέη αυτά. Όμως, το θέμα επανήλθε στην επικαιρότητα το 2012, όταν η μητέρα της κόρης του ανέφερε ότι ο Λέβινγκστον ακόμα χρωστούσε 100.000 δολάρια. Ο ίδιος παρείχε μια επιστολή από το γραφείο της Εισαγγελίας, που έλεγε ότι το ποσό είχε εξοφληθεί, αλλά επειδή οι πληρωμές διατροφής είναι διαχωρισμένες σε επίπεδο Πολιτείας και FBI, το Γραφείο Υπηρεσιών Διατροφής της Καλιφόρνια είχε στα αρχεία του ακόμα χρέη 100.000 δολαρίων στον Λέβινγκστον, θέμα που λύθηκε εν τέλει.

Ως προπονητής

Το 2000 άρχισε την προπονητική του καριέρα ως βοηθός προπονητή στους Fort Wayne Fury του CBA. Το 2001 έγινε βοηθός προπονητή στους Dodge City Legend, για να γίνει πρώτος προπονητής τους το 2002, κατακτώντας τον τίτλο στο USBL και παίρνοντας το βραβείο του προπονητή της χρονιάς (2003). Έχασε τη θέση του όταν μπήκε φυλακή για την υπόθεση της διατροφής του παιδιού του. Το 2003-04 έγινε βοηθός προπονητή στους Χάρλεμ Γκλόμπτρότερς και στη συνέχεια πρώτος προπονητής στους St. Louis Flight του ABA.

Πέρασε από αρκετές άλλες ομάδες, τους Gary Steelheads (2005 και ξανά το 2007 ως πρώτος προπονητής), τους Kansas Cagerz (2006), τους Oklahoma Cavalry (2007), την εθνική ομάδα του Κατάρ (βοηθός προπονητή το 2008), τους Halifax Rainmen (Καναδάς, 2012-13) ενώ το 2011 έγινε βοηθός προπονητή στο Λύκειο Michigan City Marquette, για να γίνει πρώτος προπονητής το 2013 στους Rochester Razorsharks του PBL.

Όσο για την άποψή του για το μπάσκετ; Ο καλύτερος επίλογος στο άρθρο: «Είμαι πάρα πολύ περήφανος που ήμουν καλός αμυντικός και ριμπάουντερ. Πολλοί άνθρωποι κοιτούν τους ρολίστες σαν να μην είσαι στην ουσία παράγοντας του παιχνιδιού. Αυτό είναι το πρόβλημα με πολλά από τα παιδιά τη σήμερον ημέρα. Δεν καταλαβαίνουν ότι οι ρολίστες είναι κλειδιά στην κατάκτηση ενός πρωταθλήματος. Αν ο καθένας καταλαβαίνει το ρόλο το και το τι πρέπει να κάνει, μπορούν να κερδίσουν πρωταθλήματα. Και αυτό είναι που είμαι πραγματικά χαρούμενος που το κατάλαβα, πού ήταν η θέση μου, τι έκανα καλύτερα, να κάνω αυτό που έκανα καλύτερα και να μην προσπαθώ να κάνω τη δουλειά κάποιου άλλου».

Νίκος Κουσούλης

The post Τον θυμάσαι; Κλιφ Λέβινγκστον appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/8329/feed 0
Τον θυμάσαι; – Μπάιρον Σκοτ http://www.ageofbasketball.net/archives/5519 http://www.ageofbasketball.net/archives/5519#respond Wed, 24 Oct 2012 22:33:19 +0000 http://theageofbasketball.net.ageofbasketball.net/2012/10/25/%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b8%cf%85%ce%bc%ce%ac%cf%83%ce%b1%ce%b9-%ce%bc%cf%80%ce%ac%ce%b9%cf%81%ce%bf%ce%bd-%cf%83%ce%ba%ce%bf%cf%84/ Ο Μπάιρον Σκοτ (Byron Scott, 51, 1.95) είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα που κόσμησαν ποτέ το ελληνικό πρωτάθλημα. Βασικό μέλος των Λος Άντζελες Λέικερς του showtime ο Σκοτ έπαιξε μια σεζόν στην Ευρώπη και η τύχη τον έφερε στα μέρη μας, όπου φόρεσε τη φανέλα του Παναθηναϊκού, για να τον οδηγήσει στο πρώτο πρωτάθλημα …

The post Τον θυμάσαι; – Μπάιρον Σκοτ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
Ο Μπάιρον Σκοτ (Byron Scott, 51, 1.95) είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα που κόσμησαν ποτέ το ελληνικό πρωτάθλημα. Βασικό μέλος των Λος Άντζελες Λέικερς του showtime ο Σκοτ έπαιξε μια σεζόν στην Ευρώπη και η τύχη τον έφερε στα μέρη μας, όπου φόρεσε τη φανέλα του Παναθηναϊκού, για να τον οδηγήσει στο πρώτο πρωτάθλημα της νέας εποχής, χτίζοντας τις βάσεις της αυτοκρατορίας των 13 τίτλων σε 14 χρόνια.

Ο Σκοτ, με το «μεταξένιο» τζαμπ σουτ, μπορεί να μην διαφημίστηκε όσο θα έπρεπε και όσο θα άξιζε (κάτι η έλευση του Ουίλκινς 2 χρόνια νωρίτερα, κάτι ο Ράτζα, κάτι οι εποχές όπου το NBA δεν ήταν τόσο «μέσα στα σπίτια των Ελλήνων»), αλλά είναι πολύ δύσκολο να πέσει κάτω από την τρίτη θέση, αν θέλουμε να μιλήσουμε για τα μεγαλύτερα ονόματα που έπαιξαν ποτέ στη χώρα μας!

Γεννημένος στη Γιούτα, ο Σκοτ μεγάλωσε στην Καλιφόρνια, πηγαίνοντας Λύκειο στο Μορνινγκσάιντ, που βρισκόταν κάτω από τη σκιά του Forum (τότε έδρας των Λέικερς). Όταν τελείωσε το Λύκειο ψηφίστηκε All-American, ενώ πανεπιστήμιο πήγε στο Αριζόνα Στέιτ, όπου έπαιξε για 3 σεζόν ως το 1983 (με κενό τη σεζόν 1981-82). Από την αρχή βασικός και αναντικατάστατος (έπαιζε 32 λεπτά στην πρώτη του σεζόν για να φτάσει σχεδόν τα 37 στην 3η), είχε 13.6 πόντους στην πρώτη του χρονιά με 50% εντός παιδιάς, για να φτάσει στην 3η του σεζόν τους 21.6 πόντους, με 5.4 ριμπάουντ και 4.2 ασίστ, σουτάροντας με 51% εντός παιδιάς!

Δεν συνέχισε για 4η χρονιά στο κολέγιο, το άφησε δηλώνοντας συμμετοχή στο ντραφτ του NBA του 1983. Επελέγη από τους Σαν Ντιέγκο Κλίπερς στο νούμερο 4 (Ραλφ Σάμπσον, Στιβ Στιπάνοβιτς, Ρόντνι ΜακΚρέι πιο πάνω), με τον Τζεφ Μαλόουν να είναι στο 10 και τον Κλάιντ Ντρέξλερ στο 14. Εκείνοι, 3 μήνες αργότερα (10 Οκτώβρη) τον αντάλλαξαν στους Λος Άντζελες Λέικερς για τον Νορμ Νίξον, τον Έντι Τζόρνταν και δύο ντραφτ πικς.

Στους Λέικερς έπαιξε 10 συνεχόμενες σεζόν ως το 1993 (11 συνολικά, αφού επέστρεψε το 1996) και κατέκτησε 3 τίτλους NBA. Ήταν μέλος του περίφημου Showtime, πενταδάτος δίπλα στον Μάτζικ Τζόνσον, τον Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ και τον Τζέιμς Ουόρθι.

Και, προφανώς, δεν ήταν τυχαία εκεί που ήταν. Στη ρούκι σεζόν του είχε 10.6 πόντους, 2.2 ριμπάουντ, 2.4 ασίστ και 1.1 κλεψίματα σουτάροντας με 48,4% εντός παιδιάς. Τα πράγματα μόνο καλύτερα θα γίνονταν γι’ αυτόν τις επόμενες 9 σεζόν στους Λέικερς.

Ο Σκοτ ήταν στα μάτια όλων ένα πυρηνικό επιθετικό όπλο και καθόλου τυχαία. Μια ματιά στα κατορθώματά του φτάνει για να πείσει και τον πλέον σκεπτικό. Μέχρι που έφυγε από τους Λέικερς σούταρε περίπου 50% εντός παιδιάς, νούμερο τουλάχιστον θεαματικό για παίκτη του ύψους του στο πολύ σκληρό NBA της εποχής του. Συγκεκριμένα καμία χρονιά του στους Λέικερς δεν έπεσε κάτω από το 45%, ενώ το 1987-88 σούταρε με 53% εντός παιδιάς (έχοντας μάλιστα και την πιο παραγωγική σεζόν του με 21.7 πόντους μέσο όρο)! Και μιλάμε για 53% στο NBA της δεκαετίας 1985-95, έτσι; Τότε που έπεφταν κορμιά σε κάθε φάση. Όχι στις αστείες σημερινές άμυνες…

Ο Σκοτ ήταν επίσης ένας από τους καλύτερους σουτέρ τριών πόντων στο NBA, τέσσερις φορές στην καριέρα του τερμάτισε στο Top-10 σε ευστοχία, με αποκορύφωμα το 1984-85 όταν και με το 43.3% ήταν ο πιο εύστοχος παίκτης στο NBA (το 1986-87 είχε ακόμα υψηλότερο ποσοστό, 43.6%).

Τα ποσοστά του στα τρίποντα ήταν ακόμη υψηλότερα στα πλέι οφς, και πάντα καθοριστικά για τους Λέικερς. Μια απλή ματιά στο 47.6% των πλέι οφς του 1985 και στο 43.6% των πλέι οφς του 1988 φτάνει για να μας πείσει. Λεπτομέρεια; Και τις δύο αυτές σεζόν οι Λέικερς κατέκτησαν τον τίτλο του πρωταθλητή.

Από το 1986 ως το 1989, δηλαδή 25-27 ετών, ο Σκοτ είχε 19.4 πόντους μέσο όρο (σε 237 αγώνες συνολικά) και ήταν (σε ισοβαθμία με Ρον Χάρπερ και Αϊζάια Τόμας) στην 7η θέση ανάμεσα σε όλους τους γκαρντ του NBA όσον αφορά στην παραγωγικότητα. Δηλαδή, πολύ ψηλά, στην ίδια κατηγορία μαζί με τον Τζόρνταν, τον Μάτζικ, τον Ντρέξλερ, τον Τζεφ Μαλόουν και τον Μπλάκμαν.

Το 1984 ψηφίστηκε στην καλύτερη ρούκι πεντάδα, με τους Λέικερς κατέκτησε το πρωτάθλημα το 1985, το 1987 και το 1988. Το 1988 μάλιστα είχε 19.6 πόντους μέσο όρο μαζί με 4.2 ριμπάουντ στα πλέι οφς (καλύτερη χρονιά του στα πλέι οφς ήταν η επόμενη με 19.9 πόντους και 4.1 ριμπάουντ).

Στην κανονική περίοδο καλύτερη σεζόν του από πλευράς παραγωγικότητας ήταν το 1987-88, όταν είχε 21.7 πόντους, 4.1 ριμπάουντ, 4.1 ασίστ και 1.9 κλεψίματα. Εκείνη τη σεζόν ήταν 1ος σκόρερ, 1ος σε κλεψίματα και 3ος πασέρ των Λέικερς! Γενικά, στις 10 σεζόν του με τους Λέικερς είχε 16.0 πόντους μέσο όρο, με 3.1 ριμπάουντ και 3.0 ασίστ, σουτάροντας με 49.2% εντός παιδιάς, παίζοντας 31.4 λεπτά ανά αγώνα.

Μπορεί να μην επιλέχθηκε ποτέ για να παίξει σε all-star game (προφανώς ευθύνεται το γεγονός ότι σε λάμψη ήταν το 4ο όνομα της πιο λαμπερής ομάδας του NBA), αλλά ήταν ένας από τους αστέρες της λίγκας. Αυτή τη στιγμή, στην ιστορία των Λέικερς στα πλέι οφς είναι στην πρώτη δεκάδα όλων των εποχών σε σύνολο αγώνων, λεπτά συμμετοχής, πόντους (8ος με 2.223), εύστοχα σουτ εντός παιδιάς, εύστοχες βολές, κλεψίματα (4ος με 204) και εύστοχα τρίποντα (4ος με 116).

Το 1993-94 μεταπήδησε από τους Λέικερς στους Ιντιάνα Πέισερς, στους οποίους έπαιξε για δύο σεζόν έχοντας με πάρα πολύ καλά νούμερα, 10.2 πόντους, 1.8 ριμπάουντ και 1.6 ασίστ μέσο όρο (32-33 ετών) παίζοντας 18.5 λεπτά ανά αγώνα.

Το 1995-96 αγωνίστηκε στους Βανκούβερ Γκρίζλις, στη μοναδική σεζόν της καριέρας του που δεν έπαιξε σε πλέι οφς η ομάδα στην οποία έπαιζε (13/14 ήταν στα πλέι οφς).

Το 1996-97, στα 35 του, οι Λέικερς του ζήτησαν να επιστρέψει στο Λος Άντζελες για να λειτουργήσει ως μέντορας στη νέα τους ομάδα με Κόμπι Μπράιαντ και Σακίλ Ο’ Νιλ. Το έκανε, έπαιζε 18 λεπτά ανά αγώνα, είχε 39% στα τρίποντα, 6.7 πόντους, 1.5 ριμπάουντ και 1.3 ασίστ, κλείνοντας στο «σπίτι του» τη λαμπρή καριέρα του στο NBA, με 3 δαχτυλίδια στα χέρια του.

Συνολικά, στην καριέρα του στο NBA έπαιξε σε 1073 αγώνες κανονικής περιόδου έχοντας 14.1 πόντους, 2.8 ριμπάουντ, 2.5 ασίστ και 1.1 κλεψίματα μέσο όρο, με 37% στα τρίποντα, 83.3% στις βολές και 48.2% εντός παιδιάς.

Ο ερχομός στην Ελλάδα

Το καλοκαίρι του 1997, ο Μπάιρον Σκοτ αποκάλυψε ότι… ψαχνόταν. Ήθελε άλλη μια εμπειρία πριν πει «αντίο» στα παρκέ. Να παίξει στην Ευρώπη: «Η μόνη μου σκέψη ήταν να πάω στην Ελλάδα για μία χρονιά, αφού πρώτα ολοκλήρωνα την εμπειρία μου από το NBA. Ήθελα να βρεθώ εκτός Αμερικής και μου δόθηκε η ευκαιρία να το κάνω με τον Παναθηναϊκό. Στη συνέχεια θα έκανα αυτό που πάντα ονειρευόμουν. Θα γινόμουν προπονητής».

Έτσι και έπραξε. Οι αδελφοί Γιαννακόπουλοι στην προσπάθειά τους να φέρουν στον Παναθηναϊκό το πολυπόθητο πρωτάθλημα Ελλάδας έκαναν άλλη μια απίστευτα ηχηρή μετεγγραφή (μετά από αυτή του Ντομινίκ Ουίλκινς). Έφεραν στα 36 του χρόνια τον Μπάιρον Σκοτ στην Ελλάδα. Και όποιος πει ότι ο Σκοτ ήρθε για να κολλήσει ένσημα, ας καταπιεί τη γλώσσα του τώρα, πριν προχωρήσουμε στα στατιστικά κατορθώματα του Αμερικανού.

Μαζί του στον Παναθηναϊκό θα είχε συνοδοιπόρο του έναν γνώριμο από το NBA, τον «εχθρό» Ντίνο Ράτζα, ενώ όταν αποφάσισε να έρθει θα έπρεπε να «χωνέψει» το γεγονός ότι η νέα του ομάδα φορούσε τα χρώματα των μισητών Σέλτικς: «Να πω την αλήθεια είχα ένα πρόβλημα στην αρχή με το γεγονός ότι η ομάδα που θα έπαιζα φορούσε άσπρα και πράσινα. Αυτό έκανε λίγο δύσκολα τα πράγματα όταν πρωτοπήγα, ενώ εκτός από τα χρώματα είχε και για σήμα το τριφύλλι! Το χειρότερο από όλα όμως, ήταν πως εκεί βρήκα τον Ντίνο Ράτζα, ο οποίος ήταν με τους Μπόστον Σέλτικς! Είχα πολλές αμφιβολίες στην αρχή, όμως τελικά ήταν μία εξαιρετική εμπειρία. Παίξαμε πολύ ωραίο μπάσκετ και κάναμε όμορφα πράγματα».

Στην Α1 δεν άργησε καθόλου να δώσει τα διαπιστευτήριά του. Πρώτο ματς της χρονιάς, Παναθηναϊκός-Ηρακλής 83-59 και ο Σκοτ είχε (ρεκόρ καριέρας στην Ελλάδα) 30 πόντους, 2 ριμπάουντ, 2 ασίστ, 1 κλέψιμο και 7 κερδισμένα φάουλ, με 10/11 βολές, 7/9 δίποντα και 2/4 τρίποντα.

Μέσα στη σεζόν είχε πολλά παρόμοια highlights, όπως οι 27 πόντοι με 5 ασίστ, 5 κλεψίματα, 5 κερδισμένα φάουλ στο 86-65 κατά της Δάφνης, τα 5 συνεχόμενα μας με πάνω από 20 πόντους (9η με 13η αγωνιστική), κατά τη διάρκεια των οποίων είχε δυο φορές από 24 (με ΠΑΟΚ και Σπόρτιγκ), ενώ σε ένα σερί 18 αγώνων έβαλε πάνω από 10 πόντους στην κανονική περίοδο της Α1. Αλλά το καλύτερο το είχε φυλάξει για το τέλος.

Στην Α1 είχε 18.3 πόντους, 3.1 ριμπάουντ, 2.2 ασίστ, 1.4 κλεψίματα και 4.2 κερδισμένα φάουλ σουτάροντας με 80% στις βολές, 53% στα δίποντα και 40% στα τρίποντα. Εκείνη τη σεζόν, ο ΠΑΟΚ έκανε καταπληκτική πορεία, κατάφερε να αποκλείσει τον Ολυμπιακό στα ημιτελικά του πρωταθλήματος και παρατάχθηκε απέναντι στον Παναθηναϊκό στον τελικό.

Οι «πράσινοι» είχαν αποκλείσει το Ηράκλειο στην πρώτη φάση με 2-1, με τον Σκοτ να έχει 22.3 πόντους και 4.3 ασίστ ανά αγώνα με 4.3 κερδισμένα φάουλ στη σειρά, και την ΑΕΚ με 2-1 στα ημιτελικά, με τον Σκοτ να είναι σχετικά μέτριος τελειώνοντας μάλιστα το 3ο ματς με 2 πόντους.

Αλλά στους τελικούς απέναντι στον ΠΑΟΚ, οι οποίοι έληξαν με 3-2 για τον Παναθηναϊκό και σηματοδότησαν τον πρώτο του τίτλο μετά το 1984, ο Σκοτ πήρε τον Παναθηναϊκό από το χεράκι. Είχε διψήφιο αριθμό πόντων σε κάθε ένα από τα 5 ματς, συνολικά είχε 17.0 πόντους και 2.0 ασίστ, όντας 1ος σκόρερ και 1ος πασέρ του Παναθηναϊκού στη σειρά, MVP των τελικών.

Στο πρώτο ματς, όπου ο Παναθηναϊκός άνοιξε το σκορ, είχε 22 πόντους. Αυτό, όμως, που τον έκανε τον απόλυτο πρωταγωνιστή των τελικών ήταν το 5ο παιχνίδι. Ο Σκοτ χρειάστηκε 18,5 λεπτά για να βάλει τον πρώτο του πόντο στον αγώνα και μαζί του αγκομαχούσε όλος ο Παναθηναϊκός, αλλά μετά ήταν ασταμάτητος. Έβαλε συνολικά 23 πόντους με 11/13 βολές και 6/8 δίποντα, 19 πόντους στο δεύτερο ημίχρονο. Παράλληλα, στο τελευταίο παιχνίδι της καριέρας του μάρκαρε και τον Πέτζα Στογιάκοβιτς, τον οποίο περιόρισε στους 14 πόντους. Όχι κι άσχημα:

Βέβαια, μία εβδομάδα νωρίτερα, στο 3ο ματς της σειράς κράτησε τον Στογιάκοβιτς στους 10 πόντους, ενώ από το 22ο λεπτό ως το 35ο έβαλε 13 από τους 19 πόντους της ομάδας του (9 συνεχόμενους) χαρίζοντας στον Παναθηναϊκό το 2-1.

Στο Σαπόρτα

Ο Παναθηναϊκός εκείνη τη σεζόν έπαιζε στο Σαπόρτα και όχι στην Ευρωλίγκα («χάρη» στην καταστροφική σεζόν του Μάλκοβιτς που προηγήθηκε), όπου έφτασε ως τον ημιτελικό για να αποκλειστεί από τη Μιλάνο.

Ο Σκοτ είχε 13.4 πόντους, 2.4 ριμπάουντ, 2.1 ασίστ και 1.1 κλεψίματα στη διοργάνωση, παίζοντας 25 λεπτά ανά αγώνα. Καλύτερά του παιχνίδια από πλευράς στατιστικών εναντίον της Άβτοντορ (23 πόντους, 4 ριμπάουντ, 3 ασίστ, 3 κλεψίματα), της Μπουντιβέλνικ (25 πόντοι, 3 ριμπάουντ, 4 ασίστ, 4 κλεψίματα) και ο επαναληπτικός με την Μπάγερ στο γύρο των «32» (22 πόντοι, 3 ριμπάουντ).

Μετά το τέλος της σεζόν, έχοντας το… 4ο δαχτυλίδι πρωταθλητή όπως συνήθιζε να λέει, ανακοίνωσε την αποχώρησή του από τα παρκέ, ξεκινώντας μια δεύτερη, εξίσου μεγάλη καριέρα στους πάγκους του NBA.

Ως προπονητής

Ξεκίνησε την καριέρα του ως προπονητή από τους Σακραμέντο Κινγκς το 1998-99, δύο χρόνια θήτευσε βοηθός στον πάγκο τους. Ειδικεύτηκε στο να διδάξει τους παίκτες το σουτ από την περιφέρεια, με αποτέλεσμα τις δύο σεζόν οι Κινγκς να έχουν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά από το τρίποντο.

Η πρώτη του δουλειά με την ιδιότητα του πρώτου προπονητή ήταν στους Νιου Τζέρσεϊ Νετς. Κι αν την πρώτη του σεζόν οι Νετς ήταν κακοί (26-56 το ρεκόρ τους) η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική στη συνέχεια. Με το που βρήκε τα σωστά υλικά (έλευση Τζέισον Κιντ) έφτιαξε μια καταπληκτική ομάδα που πήγε δύο συνεχόμενες χρονιές (2001-02 και 2002-03) στους τελικούς του NBA, όπου ηττήθηκε από Λέικερς και Σπερς αντίστοιχα. Τα ρεκόρ του ήταν 52-30 και 49-33 τις δύο χρονιές αυτές. Από τους Νετς απολύθηκε τον Ιανουάριο του 2004 μετά από ένα ξεκίνημα 22-20 που απογοήτευσε τη διοίκηση (πάντως οι Νετς ήταν πρώτοι στην division τους όταν απολύθηκε), με φήμες να λένε για κόντρα με τον Κιντ, φήμες που ο Σκοτ αρνήθηκε ότι έχουν υπόσταση.

Το 2004 έγινε προπονητής στους Νιου Όρλιν Χόρνετς, στην πιο δύσκολη στιγμή της ιστορίας τους. Δεν έφτανε το γεγονός ότι η ομάδα ήταν μετρίως μέτρια (18-64 στην πρώτη του σεζόν), τον Αύγουστο του 2005 ο τυφώνας Κατρίνα χτύπησε τη Νέα Ορλεάνη και η ομάδα αναγκαζόταν να παίζει τα εντός έδρας παιχνίδια της τα δύο επόμενα χρόνια στην Οκλαχόμα Σίτι και όχι στην πόλη της. Έτσι, το 2005-06 οι Χόρνετς είχαν 38-44 και το 2006-07 είχαν 39-43, τρεις συνεχόμενες σεζόν κάτω από το 50% δηλαδή για τον Σκοτ.

Όμως, όλα αυτά θα τελείωναν το 2007-08, όταν ο Σκοτ οδήγησε μια ομάδα με Πολ, Ντέιβιντ Ουέστ, Πέτζα Στογιάκοβιτς, Τσάντλερ σε ένα τρελό ταξίδι, 56-26 ρεκόρ, για να κερδίσει δίκαια τον τίτλο του προπονητή της χρονιάς στο NBA! Στα πλέι οφς οι Χόρνετς απέκλεισαν στον πρώτο γύρο τους Μάβερικς, και στον δεύτερο γύρο αποκλείστηκαν με 4-3 από τους πρωταθλητές Σπερς, χάνοντας στην έδρα τους το 7ο παιχνίδι.

Το 2008-09 οδήγησε τους Χόρνετς σε 49-33, αλλά αποκλείστηκαν από τους Νάγκετς στον πρώτο γύρο των πλέι οφς, ξεκινώντας από την 7η θέση της Δύσης. Απολύθηκε από τους Χόρνετς στην αρχή της σεζόν 2009-10, ενώ δούλεψε για λίγο ως αναλυτής στο ESPN.

Πλέον, έχει αναλάβει να ηγηθεί της προσπάθειας για αναγέννηση των Κλίβελαντ Καβαλίερς στη μετά ΛεΜπρον Τζέιμς εποχή, σίγουρα το πιο δύσκολο έργο της καριέρας του. Στην πρώτη σεζόν (2010-11) είδε την ομάδα του να χάνει 26 συνεχόμενους αγώνες (το χειρότερο σερί ηττών) και να τερματίζει με 19-65, ενώ τη δεύτερη σεζόν, οι Καβαλίερς έκαναν 21 νίκες, σε χρονιά 66 αγώνων (και όχι 82). Ο Σκοτ έχει ξανά στα χέρια του έναν πλέι μέικερ-αστέρα.

Την πρώτη φορά με τον Κιντ πήγε στους τελικούς, τη δεύτερη φορά με τον Πολ αναδείχτηκε προπονητής της χρονιάς, ενώ από πολλούς θεωρείται και ο λόγος που ο Πολ είχε τέτοια βελτίωση. Το νέο στοίχημα λέγεται Κάιρι Έρβινγκ και ο Σκοτ δείχνει ήδη να το κερδίζει, με το ταξίδι του στον μαγικό κόσμο του NBA να έχει μάλλον αρκετά κεφάλαια ακόμη μπροστά του.

Φιλανθρωπικό έργο

Ο Σκοτ έχει ιδρύσει έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό, το Byron Scott Children’s Fund, με τον οποίο έχει συγκεντρώσει και προσφέρει τα τελευταία 10 χρόνια περισσότερα από 6 εκατομμύρια δολάρια σε διάφορες φιλανθρωπίες για παιδιά.

Νίκος Κουσούλης

The post Τον θυμάσαι; – Μπάιρον Σκοτ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/5519/feed 0
Τον θυμάσαι; – Λόιντ Ντάνιελς http://www.ageofbasketball.net/archives/5377 http://www.ageofbasketball.net/archives/5377#respond Thu, 27 Sep 2012 14:28:30 +0000 http://theageofbasketball.net.ageofbasketball.net/2012/09/27/%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b8%cf%85%ce%bc%ce%ac%cf%83%ce%b1%ce%b9-%ce%bb%cf%8c%ce%b9%ce%bd%cf%84-%ce%bd%cf%84%ce%ac%ce%bd%ce%b9%ce%b5%ce%bb%cf%82/ Η στήλη «τον θυμάσαι;» πηγαίνει στα playgrounds της Νέας Υόρκης σήμερα, σε έναν κόσμο σκοτεινό, γεμάτο ναρκωτικά, όπλα, αίμα και κατεστραμμένα όνειρα. Στον κόσμο του Λόιντ Ντάνιελς (45, 2.01, Lloyd Daniels). Στην πορεία του προς την καταστροφή, άλλοι θα πουν ότι του δόθηκαν όλες οι ευκαιρίες να ξεφύγει, άλλοι ότι η κοινωνία και η ζωή …

The post Τον θυμάσαι; – Λόιντ Ντάνιελς appeared first on Age Of Basketball.

]]>
Η στήλη «τον θυμάσαι;» πηγαίνει στα playgrounds της Νέας Υόρκης σήμερα, σε έναν κόσμο σκοτεινό, γεμάτο ναρκωτικά, όπλα, αίμα και κατεστραμμένα όνειρα. Στον κόσμο του Λόιντ Ντάνιελς (45, 2.01, Lloyd Daniels). Στην πορεία του προς την καταστροφή, άλλοι θα πουν ότι του δόθηκαν όλες οι ευκαιρίες να ξεφύγει, άλλοι ότι η κοινωνία και η ζωή του ποτέ δεν του έδωσαν ευκαιρία. Όπου κι αν βρίσκεται η αλήθεια, η ιστορία ενός από τους μεγαλύτερους παίκτες των playgrounds όλων των εποχών, θα μένει εδώ για να μας θυμίζει ότι το ταλέντο από μόνο του δεν φτάνει. Ούτε καν αν έχει μαζί του και τη θέληση.

Μεγάλες ελπίδες και μεγάλα προβλήματα από την αρχή

Ο Λόιντ Ντάνιελς (γνωστός και με το παρατσούκλι Swee’ Pea από τον ομώνυμο χαρακτήρα του καρτούν “Ποπάι”) γεννήθηκε στο Μπρούκλιν το 1967. Η ζωή του σκληρή από το ξεκίνημα. Η μητέρα του πέθανε όταν αυτός ήταν 3 ετών, ο αλκοολικός πατέρας του τον παράτησε σε συγγενείς. Κάποτε ρωτήθηκε ποιος είχε τη μεγαλύτερη επίδραση στη ζωή του όταν ήταν μικρός, ποιος τον καθοδηγούσε: «Εγώ», ήταν η κοφτή απάντηση. Στα 10 του κάπνιζε μαριχουάνα, πριν τα 15 του πουλούσε ναρκωτικά στους δρόμους.

Στα 16 του οι σκάουτερς έλεγαν «είναι ήδη παίκτης επιπέδου NBA», τον παρομοίαζαν με τον Μάτζικ Τζόνσον «αλλά με το σουτ του Λάρι Μπερντ». Ήταν ήδη θρύλος, στη Νέα Υόρκη τον θεωρούσαν από τότε τον καλύτερο παίκτη που έβγαλε ποτέ η πόλη, καλύτερο κι από τον Καρίμ Αμπντούλ-Τζαμπάρ έλεγαν. Ήταν «Η Δευτέρα Παρουσία του Μάτζικ Τζόνσον» έλεγαν. «Αυτός ο παίκτης θα θέσει νέα στάνταρ στην τελειότητα στο παγκόσμιο μπάσκετ». Ο Τζέρι Ταρκάνιαν, προπονητής του UNLV, που τον παρακολουθούσε από μικρό, είχε πει ότι «Όταν θα γράφουν την ιστορία των γκαρντς στο μπάσκετ θα ξεκινούν με τους Τζέρι Ουέστ, Όσκαρ Ρόμπερτσον, Μάτζικ Τζόνσον και Λόιντ Ντάνιελς» και επέμενε: «Είναι ο καλύτερος παίκτης που έχω δει ποτέ να παίζει μπάσκετ». Πολύ πριν τα 18 του στα scouting reports τον αποκαλούσαν «franchise maker».

Κι όμως, δεν κατάφερε να τελειώσει ποτέ το Λύκειο. Άλλαξε 4 σχολεία σε 3 διαφορετικές πολιτείες, απ’ όλα έφυγε ή τον έδιωξαν. Το επίπεδο στο οποίο μπορούσε να διαβάζει ήταν 3ης δημοτικού. Ήταν δυσλεξικός, λένε. Αλλά ποτέ κανείς δεν ασχολήθηκε για να τον βοηθήσει. «Κάθε παιδί σαν εμένα, που δεν πηγαίνει σχολείο, δεν μπορεί να διαβάσει. Πώς θα μάθεις αν δεν είσαι εκεί; Κι εγώ δεν ήμουν εκεί. Ήμουν ένα από αυτά τα παιδιά που απλώς περνούν από το σχολείο. Είναι άσχημο. Οι άνθρωποι σου λένε ότι είσαι τρομερός παίκτης και σε γλείφουν. Αλλά δεν σε μαθαίνουν τίποτα. Όμως, δεν είμαι ηλίθιος». Το μπασκετικό ταλέντο του έλαμπε, τίποτα άλλο δεν είχε σημασία. Στο σχολείο του χαρίζονταν. Πήγαινε περίπου τις μισές ημέρες, αλλά δεν τον έκοβαν. Το μόνο που μετρούσε ήταν το ταλέντο του. Στο Λύκειο Άντριου Τζάκσον είχε 31.2 πόντους, 12.3 ριμπάουντ και 10.0 ασίστ πριν σηκωθεί και φύγει.

Μια κολεγιακή καριέρα που τελείωσε πριν την 1η προπόνηση

Τα προβλήματα με τα βαριά ναρκωτικά άρχισαν από πολύ νωρίς, πολύ πριν το κολέγιο. Ο Ταρκάνιαν ονειρευόταν τον Ντάνιελς πολλά χρόνια. Τι σημασία είχε αν δεν ήξερε να διαβάζει; Τον έστειλαν για ένα εξάμηνο το 1986 στο Mount San Antonio Junior College, ώστε να έχουν μετά το δικαίωμα να τον πάρουν στο UNLV. «Πάντα ήξερα ότι οι πιθανότητες ήταν λίγες. Σκεφτόμουν ότι θα τον είχα ίσως για ένα χρόνο, πριν φύγει για το NBA για να λάμψει εκεί», λέει ο Ταρκάνιαν.

Κι όμως, δεν τον είχε ούτε για μία προπόνηση. Και οι λόγοι ήταν τελείως διαφορετικοί. Πιάστηκε σε στέκι ναρκωτικών να προσπαθεί να αγοράσει κρακ από μυστικό αστυνομικό. Η εγγύηση πληρώθηκε από το κολέγιο, ο Ντάνιελς δήλωσε ένοχος και καταδικάστηκε, όχι σε φυλάκιση, αλλά να παρακολουθήσει πρόγραμμα απεξάρτησης. Κολεγιακή καριέρα τέλος.

Στον πάτο

Τα επόμενα τέσσερα χρόνια ως το 1991 ο καλύτερος φίλος του, που έχει κέντρο απεξάρτησης, θυμάται: «Πρέπει να ήρθε 4 ή 5 φορές για απεξάρτηση». Και όλες εκδιώχθηκε γιατί πήρε δόση όσο ήταν στο πρόγραμμα. «Αν ο Λόιντ μπορέσει και μείνει καθαρός και παίξει στο NBA, θα μιλάμε για τη μεγαλύτερη ανατροπή στην ιστορία του μπάσκετ. Ένας άνθρωπος που θα άξιζε 3-4 εκατομμύρια το χρόνο». Το 1991 ο Ντάνιελς έβγαζε 400 δολάρια τη βδομάδα παίζοντας για τους Μαϊάμι Τρόπικς του USBL.

Είχε ήδη περάσει από 3 άλλες ομάδες, δύο στο CBA (Τοπέκα Σίζλερς και Κβαντ Σίτι Θάντερ) και μία στη Νέα Ζηλανδία. Από την πρώτη εκδιώχθηκε μετά από 28 παιχνίδια επειδή ήταν εκτός φόρμας και σταμάτησε να πηγαίνει στο κέντρο απεξάρτησης, από τη δεύτερη μετά από 4 ματς χωρίς δικαιολογία, από τη Νέα Ζηλανδία λόγω σοβαρού αλκοολισμού. Συνολικά στην καριέρα του, από το 1987 ως το 2006 άλλαξε… 34 ομάδες.

Κι όμως, μέσα στην παραζάλη αυτή, το 1991, ο Ρον Μαθάιας, συμπαίκτης του στους Τρόπικς είχε πει: «Δώστε του ένα χρόνο και θα παίξει σε ομάδα NBA». Και οι φίλοι του Ντάνιελς σιγοντάριζαν: «Είναι ένας Ρέμπραντ στο παρκέ».

Σχεδόν νεκρός στο πεζοδρόμιο

Δύο χρόνια νωρίτερα, η ζωή του Ντάνιελς σχεδόν έφτασε στο τέλος της. Ήταν μια Πέμπτη του Μαΐου του 1989 στο Κουίνς, 2:00 τη νύχτα, όταν μάλωσε με δύο εμπόρους ναρκωτικών, τους χρωστούσε 8 δολάρια από μια παλιά αγορά κρακ. Τον πυροβόλησαν 3 φορές, δύο στο στήθος και μία στο λαιμό και τον άφησαν για νεκρό ξαπλωμένο στο πεζοδρόμιο. Για δύο ημέρες οι γιατροί έλεγαν ότι δεν ήξεραν αν θα επιζήσει, όμως την επόμενη Δευτέρα ήδη περπατούσε. Θα έχει πάντα κομμάτια σφαίρας καρφωμένα στον ώμο του.

Αναγεννημένος από τις στάχτες του

Το 1991 ήταν μόλις 24 ετών. Οι σκάουτερς του NBA είχαν αλλάξει, όμως, τροπάρι. Έλεγαν «το σώμα του θυμίζει 48χρονο από τα όσα έχει περάσει. Είναι σοφτ, είναι αργός, δεν έχει σπιρτάδα. Δεν είναι ότι δεν προσπαθεί, είναι ότι δεν μπορεί πια να ακολουθήσει το κορμί μετά τα όσα έχει περάσει σε ολόκληρη τη ζωή του».

Ο ίδιος μιλούσε για υπομονή: «Είμαι σκουριασμένος, αλλά πρέπει να ζεστάνεις ένα αυτοκίνητο πριν το οδηγήσεις. Είμαι περίπου στο 60% ίσως 65% του παλιού μου εαυτού. Αλλά δεν θέλω να βάζω ποσοστά».

Ένα χρόνο αργότερα είχε καταφέρει το ακατόρθωτο. Με 24.3 πόντους στο GBA με τους Γκρίνσμπορο Σίτι Γκέιτερς, ήταν MVP του πρωταθλήματος και έδειχνε ότι είχε κερδίσει το στοίχημα. Ο Τζέρι Ταρκάνιαν είχε αναλάβει προπονητής των Σαν Αντόνιο Σπερς και ο Ντάνιελς είχε υπογράψει διετές, μη εγγυημένο, συμβόλαιο έναντι 300.000 δολαρίων με τους Σπερς. Στους όρους του συμβολαίου, να περνά από drug-test δύο φορές την εβδομάδα.

Στο NBA

Στο ξεκίνημα της προετοιμασίας ο Ταρκάνιαν έλεγε: «Οραματίζομαι να δίνει την μπάλα στον Μεγάλο Ντέιβ (σ.σ. εννοεί τον Ντέιβιντ Ρόμπινσον). Δεν είχα ποτέ αμφιβολία στο μυαλό μου ότι θα γίνει παικταράς, το μόνο θέμα ήταν, πότε;».

Στο πρώτο ανοικτό στον κόσμο εσωτερικό διπλό των Σπερς ο Ντάνιελς είχε 16 πόντους, 11 ασίστ και 10 ριμπάουντ. Μετά το διπλό, δίπλα σε ένα Ταρκάνιαν που δεν μπορούσε να σταματήσει να χαμογελά, ο Ντάνιελς είπε: «Αν πάρεις ένα παιδί σαν τον Λόιντ Ντάνιελς, με μια μητέρα που πέθανε όταν ήμουν τριών, έναν πατέρα που με εγκατέλειψε, που μεγάλωσα μόνος μου τον εαυτό μου, ανάμεσα σε ναρκωτικά και αλκοόλ και γκάνγκστερς που στους δρόμους που δεν τους ένοιαζε τίποτα και μπορούσαν να σε σκοτώσουν για πλάκα, τότε ξέρεις ότι αυτό που ο Λόιντ Ντάνιελς κάνει τώρα δεν είναι μπάσκετ. Είναι ζωή».

Και ο Ταρκάνιαν το βιολί του: «Δεν μπορείς να διδάξεις κάποιον να χειρίζεται την μπάλα όπως ο Λόιντ και να είναι 2.01 μέτρα. Αυτή η ικανότητα έρχεται από κάπου αλλού».

Πριν υπογράψει στους Σπερς, ο Ντάνιελς είχε κληθεί για δοκιμή στους Νικς. Κόπηκε μετά από μια προπόνηση με το τεχνικό επιτελείο των Νικς να λέει «δεν μπορεί να παίξει μπάσκετ». Τους πέτυχε στα φιλικά προετοιμασίας, τους έριξε 30 πόντους. Στο δεύτερο παιχνίδι του στο NBA είχε εναντίον των Νάγκετς 26 πόντους, 8 ριμπάουντ, 6 ασίστ, 3 κλεψίματα και 3 πάσες. Στο τρίτο 21 πόντους, 6 ριμπάουντ και 4 ασίστ.

Οι Σπερς απέλυσαν τον Ταρκάνιαν μετά από 20 αγώνες και ρεκόρ 9-11. Ο Τζον Λούκας που τον αντικατέστησε δεν είχε όρεξη να ασχοληθεί με τον Ντάνιελς. Ο Ντάνιελς είχε 14 φορές πάνω από 12 πόντους στα πρώτα 18 ματς της σεζόν με τον Ταρκάνιαν, έπαιζε 31.4 λεπτά στα παιχνίδια αυτά έχοντας 15.8 πόντους, 3.3 ριμπάουντ και 4.2 ασίστ μέσο όρο. Στη συνέχεια είδε το χρόνο του να μειώνεται για να φτάσει στα 20.4 λεπτά στο τέλος της χρονιάς και τους μέσους όρους του στους 9.1 πόντους και τις 1.9 ασίστ. Οι Σπερς τον κράτησαν και το 1993-94 (5.7 πόντοι, 1.7 ριμπάουντ, 1.4 ασίστ) και μετά τον αποδέσμευσαν.

Το 1994-95 έπαιξε σε Φιλαντέλφια Σίξερς (5 αγώνες) και Λος Άντζελες Λέικερς. Στους Λέικερς έπαιξε 25 αγώνες, σε 12 συνεχόμενους ξεκίνησε βασικός και είχε στους 7 διψήφιο αριθμό πόντων, με μεγαλύτερο highlight τους 21 πόντους εναντίον της Ιντιάνα, όταν έβαλε 20 πόντους στο δεύτερο ημίχρονο, ανάμεσά τους το επιθετικό ριμπάουντ και το καλάθι και φάουλ με 12.9 δευτερόλεπτα για το τέλος που χάρισαν τη νίκη στους Λέικερς.

Γυρολόγος του κόσμου

Το 1994-95 ήταν η πρώτη φορά που πέρασε τον Ατλαντικό ωκεανό. Έπαιξε για λίγο στη Λιμόζ, μετά το τέλος του CBA όπου έπαιζε στους Φορτ Ουέιν Φιούρι με τους οποίους είχε 27.3 πόντους, 5.9 ριμπάουντ και 7.4 ασίστ.

Το 1995-96 έπαιξε στην Ιταλία και τη Σκαβολίνι Πέζαρο, με την οποία είχε 22.0 πόντους, 3.6 ριμπάουντ και 1.9 ασίστ. Η πόρτα του NBA άνοιξε και πάλι. Από το 1996 ως το 1998 έπαιξε σε Σακραμέντο Κινγκς, Νιου Τζέρσεϊ Νετς και Τορόντο Ράπτορς. Στο πρώτο του ματς με τους Ράπτορς είχε 21 πόντους σε 23 λεπτά!

Στο ενδιάμεσο αυτών των 28 αγώνων που έπαιξε σε 2 χρόνια στο NBA, είχε παίξει ξανά στο CBA, στο Πουέρτο Ρίκο (16 αγώνες με 27.5 πόντους και 7.2 ριμπάουντ μέσο όρο) αλλά και στην Τουρκία με τη Γαλατασαράι (12 αγώνες με 22.1 πόντους, 5.5 ριμπάουντ και 3.6 ασίστ).

Στην Ελλάδα και την ΑΕΚ

Τον Ιανουάριο του 1999 έφτασε και στη χώρα μας, όπου αγωνίστηκε με τη φανέλα της ΑΕΚ, σε ένα από τα μεγαλύτερα highlights της ιστορίας του ελληνικού πρωταθλήματος.

Έφτασε στην Ελλάδα λίγο πριν τον ημιτελικό Κυπέλλου, όπου μετά από ταξίδι 30 ωρών και άυπνος είχε 11 πόντους με 3/3 δίποντα και 5/8 βολές, συν 2 ριμπάουντ και 1 ασίστ σε 14 λεπτά για να οδηγήσει την ΑΕΚ στη νίκη με 63-59 επί του Ηρακλή. Στον τελικό ο ΠΑΟΚ κέρδισε με 71-54 με τον Ντάνιελς να έχει 5/14 σουτ και 12 πόντους σε 29 λεπτά, μόνο αυτός και ο Αρλάουκας με διψήφιο αριθμό πόντων για την ομάδα τους.

Με την ΑΕΚ ο Ντάνιελς έπαιξε σε 2 παιχνίδια Κυπέλλου, 6 παιχνίδια κανονικής περιόδου στο πρωτάθλημα και 6 παιχνίδια πλέι οφς. Μεγαλύτερο προσωπικό highlight του ο αδιανόητος αγώνας της ΑΕΚ με την Νήαρ Ηστ, όπου εξελίχθηκε σε προσωπική μονομαχία Ντάνιελς-Σέιν Χιλ, με τον Ντάνιελς να κερδίζει την άτυπη μάχη, αλλά τον Χιλ (32 πόντοι) να παίρνει το ροζ φύλλο (82-89 η Νήαρ Ηστ). Ο Ντάνιελς στο ματς αυτό είχε 33 πόντους, 4 ριμπάουντ, 3 ασίστ, κανένα λάθος με 6/11 βολές, 6/9 δίποντα και 5/9 τρίποντα, παίζοντας και στα 40 λεπτά του αγώνα και προσφέροντας στους μπασκετόφιλους μία από τις μεγαλύτερες παραστάσεις στην ιστορία του πρωταθλήματος του ΕΣΑΚΕ.

Συνολικά στην καριέρα του στην Ελλάδα είχε στην κανονική περίοδο 14.7 πόντους, 3.0 ριμπάουντ και 3.7 ασίστ παίζοντας 34.0 λεπτά ανά αγώνα, ενώ στα πλέι οφς είχε 12.0 πόντους, 2.8 ριμπάουντ και 3.2 ασίστ παίζοντας 35.3 λεπτά ανά αγώνα. Μπορεί να ήρθε στα 32 του στη χώρα μας, αλλά όσοι τον είδαν ακόμα και τότε, δεν μπορούν να ξεχάσουν τις εκλάμψεις διάνοιας που είχε το παιχνίδι του και την απίστευτη πλαστικότητα κινήσεων ενός από τους καλύτερους παίκτες που έχουν παίξει ποτέ στη χώρα μας.

Το τέλος της καριέρας του

Μετά την ΑΕΚ και την Ελλάδα έπαιξε ξανά στην Ευρώπη στο τέλος του 2001 και το 2001-02 για λίγο στη Σκαφάτι της Ιταλίας, ενώ μετά αγωνίστηκε στην Κίνα και τους Σανγκάι Σαρκς, για να επιστρέψει στην Ευρώπη τον Απρίλη του 2002 και την Οβαρένσε της Πορτογαλίας. Ενδιάμεσα και ως το 2003 πέρασε από το Πουέρτο Ρίκο, το CBA, το IBL, το USBL και τη Βενεζουέλα, αγωνιζόμενος μετά την ΑΕΚ σε 13 ομάδες. Το 2005-06 δοκίμασε μια επιστροφή στα 38 του στην αναβίωση του ABA με τους Στρονγκ Άιλαντ Σάουντ, για να ολοκληρώσει εκεί την αγωνιστική του πορεία στα γήπεδα.

Πλέον, είναι προπονητής σε ερασιτεχνικές ομάδες στην AAU και έχει 3 παιδιά. Ο γιος του, Λόιντ Ντάνιελς Τζούνιορ, στα 14 του τώρα, θεωρείται ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα στη χώρα. «Υπομονή, έχει καιρό μπροστά του, δεν χρειάζεται να ενθουσιαζόμαστε», λέει ο Ντάνιελς.

Ο Λόιντ Ντάνιελς κατάφερε να ξεπεράσει κάθε δυσκολία που του έφερε η ζωή, κάθε εμπόδιο, κάθε προσωπικό δαίμονα. Όμως, δεν έγινε εκατομμυριούχος, δεν έκανε την καριέρα που όλοι περίμεναν από αυτόν. Δεν θα γραφτεί στο πάνθεον του μπάσκετ, θα μείνει για πάντα ένας θρύλος των ανοικτών γηπέδων που ποτέ δεν ταίριαξε στις νόρμες του οργανωμένου μπάσκετ. Ο ίδιος δεν μετανιώνει για τη ζωή του:

«Ξέρεις, δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να αλλάξω όσα έγιναν στο παρελθόν. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να παίρνω μια μέρα τη φορά και να προσπαθώ να είμαι το καλύτερο άτομο που μπορώ εκείνη την ημέρα. Γι’ αυτό ποτέ δεν κοιτάζω πίσω. Όταν μεγαλώνεις, αλλάζεις. Έχεις ευθύνες προς άλλους. Έχω οικογένεια, γυναίκα και παιδιά και πρέπει να τους στηρίζω, να τους φροντίζω. Είναι όμορφο συναίσθημα, καταλαβαίνεις τι λέω; Θα μπορούσα να είμαι μέρος πολλών πραγμάτων. Ίσως θα μπορούσα να είχα πάρει 1-2 πρωταθλήματα, ίσως και 3-4. Απ’ την άλλη, θα μπορούσα και να είχα χάσει. Δεν ξέρεις ποτέ»…

Νίκος Κουσούλης

The post Τον θυμάσαι; – Λόιντ Ντάνιελς appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/5377/feed 0
Τον θυμάσαι; – Έβρικ Γκρέι http://www.ageofbasketball.net/archives/4133 http://www.ageofbasketball.net/archives/4133#respond Thu, 13 Oct 2011 21:01:52 +0000 http://theageofbasketball.net.ageofbasketball.net/2011/10/14/evric-gray/ Κανείς μπασκετόφιλος που τα έχει δει δεν μπορεί να ξεχάσει τα πρωτοσέλιδα των μπασκετικών περιοδικών εκείνη την εβδομάδα που ο Ολυμπιακός ανακοίνωνε την απόκτηση του Έβρικ Γκρέι (Evric Gray, 2.01, 42): Ο τίτλος «Έυρηκα!» δίπλα στα χείλη του Ίβκοβιτς για το ξένο λαβράκι που θα άλλαζε την ιστορία του Ολυμπιακού. Η ιστορία του Ολυμπιακού άλλαξε, …

The post Τον θυμάσαι; – Έβρικ Γκρέι appeared first on Age Of Basketball.

]]>
Κανείς μπασκετόφιλος που τα έχει δει δεν μπορεί να ξεχάσει τα πρωτοσέλιδα των μπασκετικών περιοδικών εκείνη την εβδομάδα που ο Ολυμπιακός ανακοίνωνε την απόκτηση του Έβρικ Γκρέι (Evric Gray, 2.01, 42): Ο τίτλος «Έυρηκα!» δίπλα στα χείλη του Ίβκοβιτς για το ξένο λαβράκι που θα άλλαζε την ιστορία του Ολυμπιακού. Η ιστορία του Ολυμπιακού άλλαξε, αλλά ο Γκρέι ήταν ήδη παρελθόν από την ομάδα, μένοντας στην ιστορία ως ένα από τα πιο ζεστά παλτά που πέρασαν από την Ελλάδα.

Παρεξηγημένος, ασταθής, με εκλάμψεις διάνοιας και εκρήξεις ταλέντου, με μεγάλο στόμα που δεν ήξερε πότε να το κλείνει, η καριέρα του Έβρικ Γκρέι από το 1990 μέχρι και σήμερα είναι ένα τρενάκι στην πόλη του παράλογου που σας υπόσχεται μια αξέχαστη βόλτα. Ένα ταξίδι σπάνιο, που πέρασε τον πρωταγωνιστή του από χίλια κύματα για να φτάσει στη δική του Ιθάκη…

Γεννημένος στην Καλιφόρνια, ο Γκρέι πήγε Λύκειο στο Μπλούμινγκτον, όπου πριν την τελευταία του χρονιά αναφερόταν από τους δημοσιογράφους ως ένας από τους 50 καλύτερους τελειόφοιτους της χώρας. Όταν τελείωσε τη χρονιά, ο θρυλικός Τζέρι Ταρκάνιαν τον επέλεξε στο UNLV (Νεβάδα), όπου όμως δεν έπαιξε αμέσως, καθώς είχε πρόβλημα με τους βαθμούς του, αλλά και ήταν ακόμη άγουρος. Οπότε, με εντολές του Ταρκάνιαν πήγε σε τζούνιορ κόλετζ για ένα χρόνο (στο Ριβερσάιντ). Το καλοκαίρι του 1989 επέστρεψε στο Νεβάδα, αλλά δεν μπορούσε να παίξει σύμφωνα με τους κανονισμούς του NCAA, οπότε έμεινε μια σεζόν εκτός, χάνοντας την ευκαιρία να πάρει το δαχτυλίδι του πρωταθλητή με την απίστευτη ομάδα του Ταρκάνιαν εκείνη τη χρονιά, παρότι προπονούταν μαζί της.

Από δυάρι ως πεντάρι στο κολέγιο!

Η πρώτη του σεζόν στο κολέγιο ήταν το 1990-91, όταν ως αναπληρωματικός έπαιζε 13 περίπου λεπτά, τα περισσότερα κοντά στο καλάθι, ως «4», παρότι ως τότε έπαιζε κυρίως στο «2» και το «3». Το Νεβάδα εκείνη τη σεζόν έκανε σερί 34 συνεχόμενων νικών, σμπαραλιάζοντας τα πάντα στο δρόμο του ως το τελικό τουρνουά και μετά το φάιναλ φορ. Στον ημιτελικό ήταν το μεγάλο φαβορί με 45 συνεχόμενες νίκες ως εκεί, αλλά σε μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις όλων των εποχών, το Ντιουκ του Σιζέφσκι κατάφερε στον ημιτελικό να κερδίσει με 79-77.

Ο Γκρέι αν και αναπληρωματικός ήταν στο παρκέ στο τέλος, καθώς ο Γκρεγκ Άντονι είχε κάνει 5 φάουλ και αποβλήθηκε με 3:51 για το φινάλε. Μάλλον κάπου εδώ ξεκινά η απίστευτη σειρά άτυχων γεγονότων που κυνηγούσε τον Γκρέι σε όλη την καριέρα του. Κάποιοι, βέβαια, θα πουν ότι ο μόνος που του έφταιγε ήταν το κεφάλι του και ίσως έχουν δίκιο.

Με 2,5 λεπτά στο ρολόι το Νεβάδα κέρδιζε με 5 πόντους, αλλά στα 30 δευτερόλεπτα το παιχνίδι ήταν ισόπαλο 77-77 και το Ντιουκ είχε την μπάλα. Ο Τόμας Χιλ επιχείρησε κίνηση και σουτ, ο Γκρέι σηκώθηκε να τον ταπώσει και τον εμπόδισε απ’ το να σκοράρει, αλλά μετά οι διαιτητές σφύριξαν φάουλ του Γκρέι στον Κρίστιαν Λέτνερ με 12.7 δευτερόλεπτα για το τέλος. Ο Λέτνερ έβαλε τις βολές και το Ντιουκ πέταξε το Νεβάδα εκτός τελικού. Ο Γκρέι ακόμα και σήμερα δεν μπορεί να δεχτεί ότι έκανε φάουλ στον Λέτνερ: «Δεν του έκανα φάουλ. Δεν ήταν φάουλ. Πήγαμε και οι δύο στο ριμπάουντ. Δείτε την κασέτα. Και μου σφύριξαν φάουλ».

Η φάση τον κυνηγά ακόμα
, καθώς πριν λίγα χρόνια η μεγάλη του κόρη έγραψε εργασία στο σχολείο για τη νίκη του Ντιουκ επί του Νεβάδα! Η εργασία πήρε «Α», αλλά ο Γκρέι μάλλον δεν το χάρηκε που θυμήθηκε για χάρη της εκείνη τη βραδιά.

Εκείνη τη χρονιά τελείως με 6.8 πόντους, 3.7 ριμπάουντ και 1.4 ασίστ, αλλά τις δύο επόμενες ήταν πολύ καλύτερος. Βέβαια, βοήθησε και η αποφοίτηση 5 παικτών, που έφεραν τον Γκρέι να είναι ο καλύτερος σκόρερ-φόργουορντ της ομάδας. Παίζοντας στο «3» και το «4» την περισσότερη ώρα ο Γκρέι βοήθησε το Νεβάδα να πάρει και πάλι την 1η θέση στην Big West, αλλά έχοντας τιμωρηθεί από το NCAA, το κολέγιο δεν συμμετείχε στο τελικό τουρνουά. Ο Γκρέι τελείωσε εκείνη τη χρονιά με 11.1 πόντους, 6.0 ριμπάουντ και 2.9 ασίστ, έχοντας ως μεγαλύτερο highlight το ματς εναντίον του Σαν Ντιέγκο με 28 πόντους, 10 ριμπάουντ και 3 τάπες.

Ο Ταρκάνιαν τότε, μιλώντας για τον Γκρέι, μάλλον τα είπε όλα: «Μοιάζει παίκτης χωρίς περιεχόμενο, χωρίς ουσία, μέτριος. Όμως, αν ήταν καλύτερος σουτέρ θα μπορούσε να παίξει στο NBA, γιατί έχει φοβερά αθλητικά προσόντα». Κάπως έτσι κύλησε η καριέρα του Γκρέι: παντού τον θεωρούσαν αδιάφορο και ότι δεν αγαπούσε το μπάσκετ.

Η τελευταία του σεζόν στο κολέγιο ήταν η πιο περίεργη αγωνιστικά και μάλλον ο λόγος που δεν επιλέχθηκε στο ντραφτ του 1993. Ο Γκρέι ήταν ο ένας από τους μόλις δύο παίκτες της ομάδας πάνω από 1.97 μέτρα και το μεγαλύτερο μέρος της σεζόν το έβγαλε στη θέση του σέντερ, ενώ έπαιζε από το «2» ως το «5» ανάλογα με την πεντάδα! Τα πήγε υπέροχα για ένα μέτριο Νεβάδα, τελείωσε τη χρονιά με 16.2 πόντους, 7.4 ριμπάουντ και 2.4 ασίστ, αλλά το Νεβάδα δεν πέρασε στο τελικό τουρνουά και αποκλείστηκε στο NIT από τον πρώτο γύρο.

Οι ομάδες του NBA, βλέποντας τον ύψους 2.01 Γκρέι να παίζει… σέντερ στην τελευταία σεζόν τον προσπέρασαν στο ντραφτ, αφού θεώρησαν ότι δεν μπορούσε να σταθεί στο «3» στο NBA. Παρά την πολύ καλή σεζόν του, έμεινε εκτός ντραφτ, κάτι που μάλλον δεν περίμενε.

Πρώτο επαγγελματικό συμβόλαιο

Δοκίμασε τις δυνάμεις του στα σάμερ λιγκ, όπου τον είχε ο μάνατζερ Τζανκάρλο Σάρτι και τον έφερε στην Καζέρτα. Η Καζέρτα ήταν ο πρώτος σταθμός στην επαγγελματική καριέρα του Γκρέι. Μάλλον άγουρος ακόμα, ο Γκρέι ήταν ή του ύψους ή του βάθους, έκανε πάρα πολλά λάθη και δεν έπεισε. Όσο έμεινε στην Καζέρτα πήγαινε σαν ασανσέρ, από τους 16 πόντους στους 9, από τους 19 και τους 26 στους 9 και τους 8. Το μόνο σταθερό ήταν τα λάθη του Στα πρώτα 3 ματς της χρονιάς έκανε 16 λάθη και συνέχισε έτσι ως το τέλος. Στην Καζέρτα έμεινε για 17 αγώνες πριν αντικατασταθεί και όταν έφυγε ήταν 20ος σκόρερ του πρωταθλήματος, αλλά 5ος στα λάθη και 9ος στα φάουλ (3.6 ανά αγώνα).

Και για να… δυσκολευτεί να κλείσει το επόμενο συμβόλαιο στην Ευρώπη, αντέδρασε όπως αντιδρούσε πάντα στην καριέρα του, όταν αντικαταστάθηκε: σπασμωδικά: «Έπαιξα σε μια καλή ομάδα, σε μια νέα χώρα με υπέροχο φαγητό. Το ιταλικό φαγητό που σερβίρουν στις Η.Π.Α. δεν συγκρίνεται με το αυθεντικό. Αλλά το πρωτάθλημα της Ιταλίας δεν είναι σπουδαίο. Μοιάζει περισσότερο με το κολεγιακό. Οι προπονήσεις στο Νεβάδα ήταν πιο σκληρές από τους αγώνες στην Ιταλία». Πικραμένος ή όχι, αυτή η φράση του στοίχισε.

Στην αγκαλιά του CBA…

Έπαιξε στο CBA, πρωτάθλημα στο οποίο έμελλε να περάσει το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του, για να τελειώσει τη σεζόν, έχοντας 17.6 πόντους και 7.6 ριμπάουντ σε 17 παιχνίδια. Μετά, το καλοκαίρι του 1994, προσπάθησε στο καμπ των Μπουλς, δέθηκε με τον Σκότι Πίπεν, τον οποίο θεώρησε μέντορα (μάλιστα παραλίγο να βαφτίσει και την κόρη του Σκότι προς τιμήν του Πίπεν) αλλά οι Μπουλς δεν τον επέλεξαν. Η σεζόν 1994-95 ξεκίνησε στο CBA, όπου έπαιξε 3 ματς μέχρι να πάει στη Γαλλία και τη Λιόν, με την οποία είχε σε 6 αγώνες 14.5 πόντους και 4.5 ριμπάουντ. Ήταν άτυχος, όμως, τραυματίστηκε και αντικαταστάθηκε. Η χρονιά τελείωσε στην Αργεντινή και την Ολίμπια Βενάδο Τουέρτο.

Οι ευρωπαϊκές ομάδες δεν έδειχναν να ασχολούνται μαζί του, οπότε κυνήγησε το NBA, παίζοντας στο CBA με τους Σαν Ντιέγκο και τους Φορτ Γουέιν Φιούρι. Έβγαλε τη σεζόν ως 3ος σκόρερ του CBA με 21.1 πόντους, 6.6 ριμπάουντ και 2.3 ασίστ, σκοράροντας δύο φορές πάνω από 30 πόντους και μία 40 (ρεκόρ καριέρας στο CBA), ενώ στο τέλος της σεζόν είχε 6 συνεχόμενους αγώνες με πάνω από 20 πόντους.

Ξεχωριστή ήταν η ανατροπή εναντίον της Γιακίμα, η οποία κέρδιζε 70-49 στο δεύτερο ημίχρονο, αλλά με 27 πόντους του Γκρέι σε 18 λεπτά, το Φορτ Γουέιν κέρδισε με 98-103. Σ’ εκείνο το ματς έβαλε 39 πόντους. Με την ομάδα του πήγε ως τον τελικό του CBA, αλλά δεν κατέκτησε τον τίτλο, χάνοντας με 4-1 τη σειρά, παρότι ήταν το φαβορί.

Μάλιστα, στο πρώτο ματς εντός έδρας, μετά το 1-1, ο Γκρέι είχε άλλη μια άσχημη στιγμή στην καριέρα του, αστοχώντας στο σουτ της νίκης με το σκορ στο 122-123 στο τέλος της δεύτερης παράτασης. Στα πλέι οφς ήταν 2ος σκόρερ και 1ος ριμπάουντερ με 23.6 πόντους και 10.6 ριμπάουντ.

Επιτέλους NBA μέσω… τουαλέτας!

Η σεζόν 1996-97 ήταν μάλλον η πιο γεμάτη στη ζωή του Γκρέι. Ή, μάλλον, εκείνη που παραλίγο να είναι η πιο σημαντική, η χρονιά καθιέρωσης. Αλλά δεν ήταν. Στο καμπ του Σολτ Λέικ τον είδαν οι Φίνιξ Σανς και του πρόσφεραν εγγυημένο συμβόλαιο. Η όλη φάση εκτυλίχθηκε στις… τουαλέτες των αποδυτηρίων!

Ο Μπράιαν Κολάντζελο ήταν στις εξέδρες όταν ο Γκρέι έβαζε 20 πόντους στο πρώτο ημίχρονο ενός αγώνα και θέλησε να προλάβει τον ανταγωνισμό. Μπήκε στα αποδυτήρια στο ημίχρονο αποφασισμένος να υπογράψει τον Γκρέι, πριν μαθευτεί από τις άλλες ομάδες το πώς έπαιζε. Τον πήρε παράμερα στις τουαλέτες και του είπε, όπως θυμάται ο Γκρέι: «Αυτό είναι. Τελείωσες, μπορείς να πας σπίτι σου». Οι δυο τους συμφώνησαν σε όλους τους όρους του συμβολαίου μέσα στην τουαλέτα και ο Γκρέι έφυγε για το σπίτι του στο ημίχρονο!

«Οι Σανς μου δίνουν μια μεγάλη ευκαιρία, το σέβομαι. Προσπάθησα να παίξω άμυνα, να τρέξω καλά στο γήπεδο. Ξέρω ότι μπορώ να σκοράρω αλλά η ομάδα έχει ήδη σκόρερ στη θέση μου, γι’ αυτό εγώ πρέπει να παίζω απλώς όσο πιο σκληρά και δυνατά μπορώ»
, έλεγε μετά την υπογραφή του συμβολαίου. Όμως, δεν θα έπαιζε ποτέ στους Σανς, καθώς τον αποδέσμευσαν από το εγγυημένο συμβόλαιό του όταν πήραν 4 παίκτες από τη μετεγγραφή του Τσαρλς Μπάρκλεϊ.

Ξανά άτυχος, ξανά εκτός NBA, ο Γκρέι ξεκίνησε τη σεζόν στο CBA και το Φορτ Ουέιν, κάνοντας την καλύτερη χρονιά της καριέρας του. Στις αρχές Δεκεμβρίου που έφυγε από το πρωτάθλημα, ήταν 1ος σκόρερ της λίγκας με 26.1 πόνους, 2ος ριμπάουντερ με 10.9 και είχε επίσης 3.9 ασίστ και 1.0 τάπες ανά αγώνα!

Στις 10 Δεκεμβρίου του 1996 ένα όνειρο ζωής έγινε πραγματικότητα. Οι Νιου Τζέρσεϊ Νετς τον κάλεσαν και υπέγραψαν δεκαήμερο συμβόλαιο μαζί του. Με τους Νετς έπαιξε 5 ματς (42 λεπτά συνολικά) και είχε 2.6 πόντους και 0.6 ριμπάουντ ανά αγώνα με 27% εντός παιδιάς, ενώ πρόλαβε να μαρκάρει και τον Τζόρνταν σε ένα από τα ματς. Τελευταίο του παιχνίδι εναντίον των Καβαλίερς, όπου είχε 7 πόντους και μετά έζησε μια… σουρεαλιστική στιγμή στο αεροπλάνο της επιστροφής, από αυτές που σημαδεύουν όλη του την καριέρα.

Ο ίδιος θυμάται: «Ήμασταν στα 11.000 μέτρα στον αέρα και ο Καλιπάρι μου λέει ‘Θα σε αποδεσμεύσω. Δεν ήξερα ότι θα έπαιζες καλά σήμερα. Το είχαμε κανονίσει κι έγινε πριν το ματς αρχίσει’». Εκτός NBA ξανά…

Αλλά και πάλι δεν μπόρεσε να κλείσει το στόμα του: «Δεν είχα καλές αναμνήσεις από το NBA, γιατί συνεχώς κοιτούσα πίσω από την πλάτη μου. Όταν είσαι ο 12ος ή ο 10ος παίκτης σε μια ομάδα, ποτέ δεν ξέρεις. Κάποιος σε χτυπά στην πλάτη, έφυγες, τελείωσες. Για να είμαι ειλικρινής, τότε έλεγα, ‘αν οι Κλίπερς μου δώσουν 250.000 δολάρια και μια ομάδα από την Ευρώπη 300.000 δολάρια, έφυγα, πήγα Ευρώπη. Ήμουν τσαντισμένος με το NBA, την πολιτική του ΝΒΑ, όλα αυτά’».

Τώρα πια, πιο ήρεμος, μιλάει για λάθος: «Αν τότε ήξερα αυτά που ξέρω τώρα, θα έμενα στο NBA. Αλλά μάθαινα και μάθαινα παθαίνοντας. Τότε πήγαινα στην Ευρώπη και το ευρωπαϊκό μπάσκετ είναι διαφορετικό. Μία πήγαινα μία γυρνούσα, συνεχώς. Δεν έμεινα σε ένα μέρος».

Μετά το NBA έπαιξε άλλα 6 ματς στο CBA, κάνοντας απίστευτα πράγματα (25.3 πόντοι, 8.8 ριμπάουντ), πριν έρθει ο Ίβκοβιτς και ο Ολυμπιακός.

Το «Εύρηκα!» του Ίβκοβιτς που ήταν φούσκα…

Στην Ελλάδα ήρθε στα μέσα Γενάρη του 1997, ως αντικαταστάτης του Ουίλι Άντερσον και διαφημίστηκε ως παίκτης που θα κάνει τη διαφορά. Με την «ερυθρόλευκη» στολή ντύθηκε για πρώτη φορά στις 19/1 στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, αλλά δεν αγωνίστηκε ούτε ένα λεπτό. Πρώτο ματς με τον Απόλλωνα με 5 πόντους σε 20 λεπτά, όλους με βολές, ενώ καλύτερό του παιχνίδι ήταν μάλλον το… χειρότερο του Ολυμπιακού εκείνη τη σεζόν, η ήττα με 80-79 εκτός έδρας από τον ΒΑΟ. Στο ματς εκείνο είχε 11 πόντους και 6 ριμπάουντ, ενώ με τον Πειραϊκό είχε 12 πόντους και 6 ριμπάουντ. Διαλέγετε και παίρνετε…

Μετά το ματς με τον ΒΑΟ είδε το χρόνο του να μειώνεται και τον Ίβκοβιτς να μην τον πιστεύει πια. Στο πρωτάθλημα έπαιξε συνολικά 10 αγώνες έχοντας 7.2 πόντους και 3.1 ριμπάουντ με 50% στα δίποντα, 44% στα τρίποντα και 73% στις βολές.

Η καριέρα του στην Ελλάδα έληξε όταν πιάστηκε ντοπαρισμένος πριν τον 2ο προημιτελικό της Ευρωλίγκας εναντίον του Παναθηναϊκού, με χρήση εφεδρίνης. Τιμωρήθηκε με 3μηνο αποκλεισμό από κάθε διοργάνωση της FIBA και ο Ολυμπιακός του έσπασε το συμβόλαιο. Στο 2ο ματς είχε… 1 πόντο παίζοντας ελάχιστα και προσφέροντας ακόμα λιγότερα.

Πάντως, από την Ελλάδα δεν έφυγε… έτσι, έκανε κι ένα ρεκόρ. Έγινε ο 1ος παίκτης στην ιστορία του ελληνικού πρωταθλήματος (και ο 2ος συνολικά) που είχε παίξει έστω και σε έναν επίσημο αγώνα και πιάστηκε ντοπαρισμένος (πρώτος ήταν ο Βάγκνερ Μάνα, αλλά δεν έπαιξε ποτέ σε επίσημο αγώνα). Βέβαια, η πρωτιά είναι μάλλον… άκυρη, καθώς το 1996-97 ήταν η πρώτη σεζόν που έγιναν έλεγχοι ντόπινγκ στην Α1.

Ο γύρος του κόσμου…

Μετά την Ελλάδα ο Γκρέι έγινε… πολίτης του κόσμου παίζοντας, ούτε λίγο ούτε πολύ σε 10 διαφορετικά πρωταθλήματα, σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου! Η καριέρα του δέχτηκε πλήγμα και αναγκάστηκε να περάσει τη σεζόν 1997-98 στην Ιαπωνία και την Νταΐβα. Το 1998-99 δοκιμάστηκε από την Τσιμπόνα Ζάγκρεμπ, έπαιξε 9 παιχνίδια, αλλά αντικαταστάθηκε καθώς είχε 5.2 πόντους και 3.4 ριμπάουντ μόλις.

Το Γενάρη του 1999 υπέγραψε στους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς, αλλά πριν προλάβει να παίξει είχε άλλη μια άτυχη στιγμή, καθώς σε σύγκρουση κάτω από το καλάθι χτύπησε στο κεφάλι, λιποθύμησε και πέρασε το βράδυ στο νοσοκομείο. Λίγο μετά οι Ουίζαρντς τον αποδέσμευσαν.

Τελείωσε τη χρονιά στο Φορτ Γουέιν και μετά έπαιξε στην Αργεντινή με τη Χιμνάσια, έχοντας 16.3 πόντους και 5.3 ριμπάουντ τη σεζόν 1999-2000. Τον Δεκέμβρη του 2000 πήγε στη Σολέ για να αντικαταστήσει τον Ντάνι Τζόνσον, αλλά έπαιξε 1 μόλις ματς (3 πόντοι, 1 ριμπάουντ) πριν αποδεσμευτεί για να πάει στην Αργετινή ξανά (Λιμπερτάδ Σουντσάλες, 20.6 πόντοι, 7.9 ριμπάουντ).

Ο Οκτώβρης του 2001 τον βρήκε στην… Ουρουγουάη, ο Νοέμβρης στην Αργεντινή, όπου και τελείωσε τη χρονιά (Λιμπερτάδ Σουντσάλες, 13.9 πόντοι, 3.7 ριμπάουντ). Το 2002 έπαιξε στη Βενεζουέλα, το 2003-05 στην Κίλμες Μαρ ντελ Πλάτα της Αργεντινής, το 2005 στη Χιλή και το 2008-09 CBA ενώ δοκίμασε και τις δυνάμεις του σε ηλικία 39 ετών στην αναβίωση του ABA, απορρίπτοντας πρόταση ευρωπαϊκής ομάδας για να παίξει εδώ.

Σεκιουριτάς… for the love of the game!

Στην καριέρα του τον κυνηγούσε παντού η φήμη του αδιάφορου και του παίκτη που δεν αγαπά το μπάσκετ. Το αναφέραμε και πιο πάνω, αλλά μετά από ένα σημείο άρχισε αυτό να του στοιχίζει και συμβόλαια.

Ο ίδιος θυμάται μετά την περιπέτεια στην Ελλάδα τον ατζέντη του να του λέει: «Παίξ’ το, κάν’ το ψέματα ότι σου αρέσει» γιατί είχε απηυδήσει που ομάδες του NBA του έλεγαν αυτό ακριβώς: «Είναι σα να μην τον νοιάζει που παίζει μπάσκετ».

Ο Γκρέι θεωρεί εαυτόν παρεξηγημένο: «Φίλε, δεν είμαι εγώ έτσι, δεν μπορώ να το κάνω. Αγαπάω το μπάσκετ. Απλώς δεν δείχνω τα συναισθήματά μου στους άλλους». Μάλλον… ήταν πολύ καλός στο να μην τα δείχνει!

Όμως, το μπάσκετ το αγαπά. Σίγουρα. Το 2008 έπαιζε σε playgrounds και τον πλησίασε ένας από τους συνήθεις αντιπάλους του, ρωτώντας τον αν θα ήθελε να γίνει βοηθός προπονητή στην ομάδα κοριτσιών του σχολείου του Μάρεϊ. «Του το είπα στην πλάκα, αν θα ήθελε να είναι βοηθός μου. Πίστευα ότι θα με σνομπάρει. Όμως δέχτηκε αμέσως. Ήμουν απίστευτα χαρούμενος. Τα κορίτσια τον σέβονται, τον εκτιμούν, τον θαυμάζουν, τον εμπιστεύονται. Είναι ειδικός στην ψυχολογία του παίκτη» λέει ο προπονητής του σχολείου.

Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Σε μια απίστευτη κίνηση που δείχνει πόσο πολύ θέλει να μείνει κοντά στο μπάσκετ, το 2009 ο Γκρέι επέλεξε να γίνει σεκιουριτάς στους εντός έδρας αγώνες των Γιούτα Τζαζ (παρότι έχει ήδη μια επιχείρηση με έναν φίλο του), ώστε να είναι κοντά στην ομάδα, να βλέπει τις προπονήσεις και τους αγώνες και να βελτιωθεί ως προπονητής.

«Οι προπονητές των Τζαζ μάλλον δεν ξέρουν καν ότι δουλεύω σεκιουριτάς στο γήπεδο. Κοιτάζω όλα τα μικρά πράγματα που οι άλλοι δεν προσέχουν. Τη γλώσσα του σώματος, το πώς αλληλεπιδρούν οι παίκτες ο ένας με τον άλλον. Μπορώ να πω ποιος γουστάρει ποιον και ποιος δεν αντέχει ποιον, όλες τις μικρές κλίκες που υπάρχουν. Κάθε ομάδα έχει τα δικά της θέματα»
, λέει ο Γκρέι για τη δουλειά του. Οι συνάδελφοι τον φωνάζουν «Mr. NBA» παρατσούκλι που πολύ θα ήθελε να είχε στις ημέρες του ως παίκτης.

Στην Ιθάκη του για την κάθαρση…

Τα τελευταία καλοκαίρια έπαιζε μπάσκετ με τους παίκτες των Τζαζ, ιδίως τους Ντερόν Ουίλιαμς, Πολ Μίλσαπ και Ρόνι Πράις. Εκείνοι δεν τον φωνάζουν «Mr. NBA», αλλά «Old School».

«Στην πραγματικότητα είναι πολύ καλός. Δεν είναι όσο αθλητικός ήταν, βέβαια. Του κάνω πλάκα συνήθως, γιατί παλιά έπαιζε δυάρι, αλλά τώρα παίζει τεσσάρι μαζί μας. Μπορεί να σκοράρει, μπορεί να σουτάρει, ξέρει να παίζει», λέει ο Ντερόν Ουίλιαμς.

Ο Γκρέι μοιάζει να απολαμβάνει τις στιγμές του με τους NBAερς, έστω κι αν δεν είναι το ίδιο με το να παίζει στη λίγκα: «Πολλά από τα παιδιά είναι πολύ νεαρά. Αλλά κάποια στιγμή το συνδυάζουν κι έρχονται και μου λένε ‘Φίλε, ήσουν σε εκείνη την ομάδα του UNLV; Ήταν η αγαπημένη μου ομάδα όταν ήμουν στο δημοτικό’. Κι εγώ τους απαντώ ‘Ναι, τόσο μεγάλος είμαι!’». Κάθαρση…

Νίκος Κουσούλης

The post Τον θυμάσαι; – Έβρικ Γκρέι appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/4133/feed 0
Τον θυμάσαι; – Χοσέ «Πικουλίν» Ορτίθ http://www.ageofbasketball.net/archives/4067 http://www.ageofbasketball.net/archives/4067#respond Sat, 24 Sep 2011 13:42:27 +0000 http://theageofbasketball.net.ageofbasketball.net/2011/09/24/jose-piculin-ortiz/ Ο Χοσέ «Πικουλίν» Ορτίθ (Jose Piculin Ortiz, 48, 2.10) είναι ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες που πέρασαν ποτέ από τα ελληνικά γήπεδα. Κόσμησε την Α1 στην καλύτερη περίοδό της, τα «χρυσά χρόνια» του πρωταθλήματός μας, ενώ έχει τεράστια καριέρα που διήρκεσε 28 ολόκληρα χρόνια! Το «ζιζάνιο», όπως τον ακούγαμε πολλές φορές στην Α1, πήρε το …

The post Τον θυμάσαι; – Χοσέ «Πικουλίν» Ορτίθ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
Ο Χοσέ «Πικουλίν» Ορτίθ (Jose Piculin Ortiz, 48, 2.10) είναι ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες που πέρασαν ποτέ από τα ελληνικά γήπεδα. Κόσμησε την Α1 στην καλύτερη περίοδό της, τα «χρυσά χρόνια» του πρωταθλήματός μας, ενώ έχει τεράστια καριέρα που διήρκεσε 28 ολόκληρα χρόνια! Το «ζιζάνιο», όπως τον ακούγαμε πολλές φορές στην Α1, πήρε το προσωνύμιο «Piculin» από έναν από τους χαρακτήρες του Μάγου του Οζ και από το Concorde. Το «Πορτορικάνικο Κόνκορντ» (El Concord Boricua), όπως τον έλεγαν στη χώρα του, θεωρείται από πολλούς ο μεγαλύτερος Πορτορικάνος παίκτης όλων των εποχών. Και πολύ δύσκολα θα βρεθεί κάποιος για να το αμφισβητήσει αυτό.

Τα πρόσφατα προβλήματά του με το νόμο τον έφεραν στο προσκήνιο ξανά και η αλήθεια είναι ότι μας γέμισαν με αναμνήσεις. Συνελήφθη πρόσφατα με 218 φυτά μαριχουάνας σε ένα από τα σπίτια του, αλλά και αρκετά όπλα στην κατοχή του, μπήκε φυλακή, αλλά τελικά, ως εξαρτημένος από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, ο δικαστής αποφάσισε να μπει σε κέντρο απεξάρτησης.

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Πουέρτο Ρίκο, όπου πήγε και σχολείο, ο Ορτίθ έφυγε για τις Η.Π.Α., για να πάρει πτυχίο στην Επικοινωνία από το Πανεπιστήμιο του Όρεγκον. Πριν γίνει αυτό, είχε ήδη προλάβει να ντεμπουτάρει στο πρωτάθλημα του Πουέρτο Ρίκο με τη φανέλα της Ατλέτικος ντε Σαν Ζερμάν, στα 17 του.

Έπαιξε εκεί από το 1980 ως το 1985, όταν και πήρε το πρωτάθλημα με τη Σαν Ζερμάν. Εκείνη τη σεζόν ο Ορτίθ είχε μέσους όρους 25.5 πόντων και 14.4 ριμπάουντ ανά αγώνα! Τότε, στα 22, έφυγε για τις Η.Π.Α. και το Όρεγκον, όπου έπαιξε υπό τις οδηγίες του θρυλικού Ραλφ Μίλερ. Την πρώτη του χρονιά εκεί είχε 16.4 πόντους και 8.5 ριμπάουντ, ενώ το 1986-87 είχε 22.3 πόντους και 8.7 ριμπάουντ με 58.4% εντός παιδιάς! Τα καλοκαίρια ανάμεσα στις χρονιές στο κολέγιο επέστρεφε στο Πουέρτο Ρίκο κι έπαιζε για τη Σαν Ζερμάν έχοντας πολύ υψηλούς μέσους όρους.

Το 1987 μπήκε στο ντραφτ, όπου και επελέγη από τους Γιούτα Τζαζ στο νούμερο 15, πάνω από παίκτες όπως ο Μαρκ Τζάκσον και ο Ρέτζι Λιούις. Λογικό, αφού τη σεζόν 1986-87 αναδείχτηκε Καλύτερος παίκτης στην Pac-10, ενώ ήταν και All-American.

Η καριέρα του στο NBA δεν ήταν ακριβώς αυτό που θα ήθελε, μιας και ο Ορτίθ εξαρχής έδειξε μια προτίμηση στην Ευρώπη. Πριν την πρώτη του σεζόν στη Γιούτα δέχτηκε πρόταση από τη Σαραγόσα και έπαιξε εκεί την περίοδο 1987-88. Με τη Σαραγόσα είχε 18.1 πόντους και 6.3 ριμπάουντ σε 32 αγώνες, ενώ το καλοκαίρι του 1988 το πέρασε με τη Σαν Ζερμάν, παίζοντας άλλους 31 αγώνες και έχοντας 20.2 πόντους και 11.5 ριμπάουντ.

Μετά αποφάσισε να παίξει στους Τζαζ, είχε 51 αγώνες, 15 ως βασικός, το 1988-89 με 2.8 πόντους και 1.1 ριμπάουντ, παίζοντας μόλις 6.4 λεπτά ανά ματς. Στο NBA αγωνίστηκε άλλα 13 ματς την ερχόμενη περίοδο με 3.2 πόντους και 1.2 ριμπάουντ σε 5 λεπτά ανά αγώνα, και μετά πέρασε και πάλι τον Ατλαντικό, για λογαριασμό της Ρεάλ Μαδρίτης αυτή τη φορά.

Με τη Ρεάλ είχε 15.6 πόντους, 6.9 ριμπάουντ και 1.5 ασίστ ανά αγώνα, ενώ το καλοκαίρι ήταν και πάλι στο Πουέρτο Ρίκο με την Σαν Ζερμάν, έχοντας 22.5 πόντους, 12.7 ριμπάουντ και 2.8 ασίστ.

Επόμενος σταθμός στην καριέρα του στην Ευρώπη ήταν η Μπαρτσελόνα το 1990-91, με την οποία είχε 14.5 πόντους, 8.0 ριμπάουντ και 1.0 ασίστ την πρώτη του σεζόν και 13.0 πόντους, 7.8 ριμπάουντ και 1.0 ασίστ τη δεύτερη σεζόν. Την πρώτη χρονιά κατέκτησε με την Μπαρτσελόνα το Κύπελλο Ισπανίας, παίζοντας και στον τελικό της Ευρωλίγκας (12 πόντοι, 12 ριμπάουντ στον τελικό). Στην Μπαρτσελόνα έκανε τρομερό δίδυμο με τον Όντι Νόρις, ενώ έπαιζαν μαζί με τον Σαν Επιφάνιο, τον Σολοθάμπαλ, τον Μοντέρο.

Το 1992-93 έπαιξε στην Ανδόρα (15.6 πόντοι, 8.9 ριμπάουντ, 2.0 ασίστ), ενώ το 1993-94 έπαιζε στη Μάλαγα, στην τελευταία του ουσιαστικά χρονιά στην Ισπανία. Μετά, στα 31 του αποφάσισε να έρθει στην Ελλάδα, με πρώτο σταθμό της καριέρας του στη χώρα μας τη Λάρισα.

Η σεζόν ξεκίνησε στο Πουέρτο Ρίκο (στην Τογίτος Καγιέι, ομάδα της πόλης που μεγάλωσε) αλλά στα μισά άλλαξε τον Σκοτ στη Λάρισα. Ντεμπουτάρισε στις 4 Φλεβάρη του 1995 στη νίκη επί της ΑΕΚ με 92-69 και είχε 14 πόντους, 17 ριμπάουντ, 2 τάπες και 4 ασίστ στο ματς αυτό. Συνολικά, σε εκείνη τη χρονιά έπαιξε 14 ματς με τη Λάρισα, έχοντας 16.9 πόντους, 11.1 ριμπάουντ και 1.9 ασίστ με 52.4% στα δίποντα και 39% στα τρίποντα.

Μετά το απαραίτητο καλοκαίρι στην Σαν Ζερμάν ήρθε η σειρά του Ηρακλείου. Η σεζόν 1995-96 ήταν η καλύτερή του στην Ελλάδα. Με το Ηράκλειο είχε 19.2 πόντους, 13.3 ριμπάουντ, 2.0 ασίστ με 57% στα δίποντα, ήταν 1ος ριμπάουντερ της Α1 και 9ος σκόρερ του πρωταθλήματος.

Το 1996-97 έπαιξε στον Άρη για να σχηματίσει ένα απίστευτο δίδυμο στη φροντ λάιντ ων «κιτρίνων» με τον Τσαρλς Σάκλφορντ, δίδυμο που οδήγησε τον Άρη στην κατάκτηση του Κυπέλλου Κόρατς με αντίπαλο την Τόφας Μπούρσα στον διπλό τελικό, στην τελευταία μεγάλη ευρωπαϊκή σεζόν του Άρη.

Στο πρωτάθλημα είχε 14.2 πόντους, 9.7 ριμπάουντ, 1.4 τάπες και 2.4 ασίστ για τον Άρη, ενώ στο Κόρατς έκανε αδιανόητα πράγματα όλη τη σεζόν, με αποκορύφωμα τους τελικούς. Εκεί ήταν 1ος σκόρερ και στα δύο ματς, με 19 πόντους και 6 ριμπάουντ με 9/12 δίποντα στην εντός έδρας ήττα με 66-77 και με 25 πόντους και 7 ριμπάουντ με 8/10 δίποντα στην απίστευτη νίκη με 70-88 που χάρισε στον Άρη το τρόπαιο!

Στον Άρη αγωνίστηκε και το 1997-98 με 10.7 πόντους και 12.1 ριμπάουντ, ενώ το 1998-99 δέχτηκε μυθική πρόταση που ξεπερνούσε το 1 εκατομμύριο δολάρια από τον ΠΑΟΚ για να παίξει εκεί. Τον Οκτώβριο βρέθηκε θετικός σε στανοζόλη οπότε η ομάδα τον αποδέσμευσε και κατήγγειλε το συμβόλαιό του, ο Ορτίθ κατέφυγε στη FIBA, δικαιώθηκε τον Ιανουάριο του 1999, αλλά αρνήθηκε να παίξει μετά στην ομάδα, για να αγωνιστεί στο Πουέρτο Ρίκο με τους Κανγκρεγιέρος ντε Σαντούρσε, με τους οποίους είχε 20.6 πόντους, 10.1 ριμπάουντ και 3.3 ασίστ.

Τα ρεκόρ του στην καριέρα του στην Ελλάδα ήταν οι 28 πόντοι στο 91-68 εναντίον των Αμπελοκήπων το 1994-95, σε ματς που πήρε και 21 ριμπάουντ, έχοντας 11/17 δίποντα και 2/4 τρίποντα, και τα 24 ριμπάουντ στο 62-44 επί του Παπάγου το 1995-96, μαζί με 16 πόντους.

Το τελευταίο πέρασμά του από την Ευρώπη ήρθε τη σεζόν 2000-01 όταν και υπέγραψε στην Ουρένσε της Ισπανίας, αλλά δεν έπαιξε ποτέ εκεί, αφού έφυγε από την ομάδα πριν αρχίσουν οι αγώνες. Μετά, στα 38 του υπέγραψε συμβόλαιο 600.000 δολαρίων στην Κανγκρεγιέρος για τα επόμενα 3 χρόνια, ενώ τους χειμώνες τους πέρασε στη Βενεζουέλα. Το 2003 δέχτηκε πρόταση να προπονήσει την Κριόλος ντε ντε Κάγκουας, αλλά την αρνήθηκε για να συνεχίσει να παίζει μπάσκετ.

Κάπου εκεί έδειξε ότι είναι… τέρας της φύσης, αφού στα 42 του το 2005 είχε με την Κανγκρεγιέρος σε 23 ματς 10.9 πόντους, 6.5 ριμπάουντ, 1.9 ασίστ με 50% στα δίποντα. Το 2006 υπέγραψε διετές συμβόλαιο με την Καπιτάνες ντε Αρεσίμπο, στην οποία έπαιξε μία σεζόν, που ήταν και η τελευταία του στο πρωτάθλημα του Πουέρτο Ρίκο, ενώ από το επαγγελματικό μπάσκετ αποχώρησε το 2008 σε ηλικία 45 ετών, αφού πρώτα έπαιξε μερικά ματς στο Μεξικό με τη Μινέρος ντε Κανανέα.

Με την εθνική ομάδα αγωνίστηκε επί 21 χρόνια, από το 1983 ως και το 2004, αφού πριν το 1983 δεν είχε δικαίωμα να παίξει (τότε έπρεπε να είναι κάποιος τουλάχιστον 20 για να παίξει στην εθνική ομάδα του Πουέρτο Ρίκο). Συμμετείχε σε 5 Μουντομπάσκετ και ήταν 1ος σκόρερ και 1ος ριμπάουντερ του Πουέρτο Ρίκο το 1998 (συν 1ος ριμπάουντερ του τουρνουά με 10.5, ενώ μετά το Μουντομπάσκετ, παρότι ήταν 35 χρόνων δέχτηκε πρόταση από 5 ομάδες του NBA!), πήρε 2 χρυσά και 1 ασημένιο σε Κεντροαμερικανούς Αγώνες, 1 χάλκινο σε Παναμερικανικούς, ενώ έπαιξε και σε 4 Ολυμπιακούς Αγώνες (1988, 1992, 1996, 2004). Είναι μόλις ένας από τους 3 παίκτες στην ιστορία του Πορτορικάνικου μπάσκετ, που έχει κατακτήσει 8 εγχώρια πρωταθλήματα, είναι ο 1ος Πορτορικανός που έγινε ποτέ ντραφτ στο NBA, ενώ είναι 4ος ριμπάουντερ όλων των εποχών σε μέσο όρο στο πρωτάθλημα του Πουέρτο Ρίκο και ο 6ος ριμπάουντερ όλων των εποχών σε σύνολο.

Το 2002 αποχώρησε από την εθνική ομάδα, μαζί με τον Τζερόμ Μινσί μετά το Μουντομπάσκετ της Ιντιανάπολις, όπου είχε 14.4 πόντους και 7.8 ριμπάουντ σε 9 ματς με 33 λεπτά ανά αγώνα στα 39 του! Όμως, επέστρεψε στην ομάδα αργότερα για να είναι παρών στους Ολυμπιακούς της Αθήνας το 2004, όπου και είχε 7.5 πόντους και 5.3 ριμπάουντ σε 21 λεπτά ανά αγώνα στα 41 του απέναντι στην αφρόκρεμα των ψηλών του κόσμου. Μάλιστα, τότε ήταν που το Πουέρτο Ρίκο κέρδισε τις Η.Π.Α. με 92-73.

Έχει σχολή μπάσκετ για μικρά παιδιά, στην οποία και διδάσκει ξανά τώρα που, όπως λέει, νιώθει καλύτερα με την απεξάρτηση και είναι αισιόδοξος για το μέλλον του.

Ένας από τους μεγαλύτερους θρύλους που έχουν πατήσει ποτέ τα παρκέ των ελληνικών γηπέδων κι ένας παίκτης που όποιος είδε να παίζει ποτέ δεν θα τον ξεχάσει. Κυρίαρχος στη ρακέτα, με πολύ καλές κινήσεις και με βολές όπου η μπάλα… έπαιρνε καμπύλη ως το ταβάνι του γηπέδου.

Νίκος Κουσούλης

The post Τον θυμάσαι; – Χοσέ «Πικουλίν» Ορτίθ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/4067/feed 0
Τον θυμάσαι; – Ρόι Τάρπλεϊ http://www.ageofbasketball.net/archives/2993 http://www.ageofbasketball.net/archives/2993#respond Tue, 12 Apr 2011 06:48:39 +0000 http://theageofbasketball.net.ageofbasketball.net/2011/04/12/roy-tarpley-i-ii/ Ο Ρόι Τάρπλεϊ είναι από τους παίκτες που σημάδεψαν με την παρουσία τους την ελληνική Α1 τη δεκαετία του 1990. Με θητεία σε Άρη, Ολυμπιακό, Ηρακλή και Έσπερο, ο Τάρπλεϊ είναι γνώριμη φιγούρα στους μπασκετόφιλους, αλλά και ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες που έπαιξαν ποτέ μπάσκετ στη χώρα μας. Με πολλά προβλήματα λόγω των ναρκωτικών …

The post Τον θυμάσαι; – Ρόι Τάρπλεϊ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
Ο Ρόι Τάρπλεϊ είναι από τους παίκτες που σημάδεψαν με την παρουσία τους την ελληνική Α1 τη δεκαετία του 1990. Με θητεία σε Άρη, Ολυμπιακό, Ηρακλή και Έσπερο, ο Τάρπλεϊ είναι γνώριμη φιγούρα στους μπασκετόφιλους, αλλά και ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες που έπαιξαν ποτέ μπάσκετ στη χώρα μας. Με πολλά προβλήματα λόγω των ναρκωτικών και του αλκοολισμού, ο Τάρπλεϊ ποτέ δεν έφτασε στο επίπεδο που θα μπορούσε με βάση το τεράστιο ταλέντο του.

Το αφιέρωμα παρακολουθεί όλη του την καριέρα αναλυτικά, τις στάσεις του στην Ελλάδα, την αποβολή του από το NBA και όλα τα προβλήματα που είχε ως το 2010. Χωρίζεται σε δύο μέρη:

– Μέρος I: Από το τρομερό ξεκίνημα ως και τη χρονιά στον Άρη

– Μέρος I: Από τον Ολυμπιακό ως την απόλυτη κατάρρευση και ανάκαμψη

The post Τον θυμάσαι; – Ρόι Τάρπλεϊ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/2993/feed 0
Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ: Ο επαναστάτης, ο παίκτης, ο άνθρωπος http://www.ageofbasketball.net/archives/2699 http://www.ageofbasketball.net/archives/2699#respond Fri, 18 Feb 2011 16:47:11 +0000 http://www.ageofbasketball.net/2011/02/18/%ce%bc%ce%b1%cf%87%ce%bc%ce%bf%cf%8d%ce%bd%cf%84-%ce%b1%ce%bc%cf%80%ce%bd%cf%84%ce%bf%cf%8d%ce%bb-%cf%81%ce%b1%ce%bf%cf%8d%cf%86-%ce%bf-%ce%b5%cf%80%ce%b1%ce%bd%ce%b1%cf%83%cf%84%ce%ac%cf%84%ce%b7/ Το Age of Basketball θυμάται τον Μαχμούντ Αμπντουλ-Ραούφ με ένα τεράστιο αφιέρωμα σε αυτόν, για τη ζωή του και την καριέρα του με αναφορά στην ασθένειά του και την επαναστατική του ενέργεια, που τάραξε το NBA, που κλείνει με συνέντευξη που είχε δώσει στον Νίκο Κουσούλη από την περίοδο που έπαιζε στον Άρη. Η συνέντευξη …

The post Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ: Ο επαναστάτης, ο παίκτης, ο άνθρωπος appeared first on Age Of Basketball.

]]>
Το Age of Basketball θυμάται τον Μαχμούντ Αμπντουλ-Ραούφ με ένα τεράστιο αφιέρωμα σε αυτόν, για τη ζωή του και την καριέρα του με αναφορά στην ασθένειά του και την επαναστατική του ενέργεια, που τάραξε το NBA, που κλείνει με συνέντευξη που είχε δώσει στον Νίκο Κουσούλη από την περίοδο που έπαιζε στον Άρη. Η συνέντευξη έγινε μετά το τέλος της θητείας του Αμπντούλ-Ραούφ στον Άρη τη σεζόν 2006-07.

Ο Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ (42, 1.85, Mahmoud Abdul-Rauf) είχε έρθει στη χώρα μας το 2006-07 για λογαριασμό του Άρη. Όταν ο Άρης συμφώνησε με τον Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ με αφορμή τότε τον τραυματισμό του Αλεξ Σκέιλς, οι φίλοι του μπάσκετ γνώριζαν ότι στη χώρα μας θα έρθει μία από τις σημαντικότερες μορφές του χώρου των τελευταίων τουλάχιστον 15 χρόνων.

Ο Αμπντούλ-Ραούφ, βοήθησε με την εμπειρία του την ομάδα του Άρη, αλλά, κυρίως, κόσμησε με την παρουσία του το ελληνικό μπάσκετ, έστω και για τους λίγους αυτούς μήνες που βρέθηκε στη χώρα μας. Μετά το αφιέρωμα στη ζωή του μεγάλου αυτού παίκτη, ακολουθεί ο επίλογος, μέσα από τα δικά του λόγια, όπως μας τα είπε την άνοιξη του 2007.

Ο άνθρωπος…

Ο Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου του 1969 στο Γκόλφπορτ του Μισισιπή με το όνομα Κρις Ουέιν Τζάκσον από λευκό πατέρα και μαύρη μητέρα. Δεν γνώρισε ποτέ έως σήμερα τον πατέρα του, μιας και εκείνος εγκατέλειψε την οικογένειά. Από την παιδική του ηλικία άρχισε να έχει συμπτώματα του συνδρόμου Τουρέ (Tourette Syndrome), αλλά δεν άρχισε φαρμακευτική αγωγή παρά μόνο το 1987 (δεν είχε διαγνωστεί νωρίτερα). Το σύνδρομο αυτό χτυπάει τα νεύρα και έχει ως αποτέλεσμα ο ασθενής να παρουσιάζει τικ και δυσλεξία στην πιο ελαφριά του μορφή, μέχρι σπασμούς στις πιο βαριές του μορφές (κάτι που εμφάνιζε και ο Αμπντούλ-Ραούφ). Με συνεχή προσπάθεια και αγώνα κατάφερε να ξεπεράσει την ασθένειά του και να κάνει τη μεγάλη καριέρα που όλοι γνωρίζουμε.

Όμως, τα πράγματα δεν ήταν από την αρχή έτσι. Ο ίδιος έχει πει παλιότερα ότι «όταν ήμουν νεότερος προσπαθούσα να καταλάβω τι έχω κάνει στραβά. Οι σπασμοί γίνονταν τόσο άσχημοι, που δεν μπορούσα να τους σταματήσω όσο σκληρά κι αν προσπαθούσα. Στο τέλος έπεφτα στο κρεβάτι κι έκλαιγα». Πολλές ημέρες έκανε μία ώρα να βάλει το παντελόνι του και να δέσει τα παπούτσια του.

Στο σχολείο όλη του την ενέργεια την ξόδευε στο να προσπαθεί να μένει ακίνητος και όχι να έχει σπασμούς («παρακαλούσα, θεέ μου, σε παρακαλώ, κάνε να μην κουνηθώ, για ώρες ολόκληρες»). Όμως, πια, αναγνωρίζει ότι η ασθένειά του ήταν εκείνη που τον έκανε τελειομανή («Νομίζω ότι το σύνδρομο Τουρέ είναι ευλογία γιατί με έκανε να κυνηγώ την τελειότητα»). Ο αστικός μύθος (urban legend) αναφέρει ότι κάθε μέρα προπονούταν ατελείωτες ώρες, ώστε να μπορέσει να ελέγξει πλήρως το κορμί του και πως ποτέ δεν έφευγε από το γήπεδο αν δεν έβαζε 50 συνεχόμενα τρίποντα.

Αυτή η συνήθειά του τον βοήθησε να γίνει εξαιρετικός σουτέρ και να θεωρείται από τους καλύτερους που έχει «δει» ποτέ το παγκόσμιο μπάσκετ. Περνώντας πολύ χρόνο σε απλές καθημερινές κινήσεις για να ελέγξει την ασθένειά του, έφτασε στο σημείο να τελειοποιήσει το παιχνίδι του.

Το 1991 και ενώ βρισκόταν στη δεύτερη χρονιά του στους Ντένβερ Νάγκετς ασπάστηκε τον ισλαμισμό και άλλαξε το όνομά του σε Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ. Τα όσα ακολούθησαν την επιλογή του αυτή και τη συνήθειά του να… θέλει να εκφράζεται ελεύθερα στις Η.Π.Α. θα τα δούμε πιο κάτω. Μετά την αποχώρησή του από το NBA έχτισε ένα μουσουλμανικό τέμενος στην ιδιαίτερη πατρίδα του, το Γκόλφπορτ του Μισισιπή και χειροτονήθηκε ιμάμης. Αυτό που έκανε ήταν να μετατρέψει σε τέμενος ένα άντρο ναρκωτικών της περιοχής, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να κινητοποιήσει τη γειτονιά προς την κατεύθυνση της καταπολέμησης της εγκληματικότητας και του εμπορίου ναρκωτικών.

Ο παίκτης…

Η καριέρα του Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ είναι λαμπρή ήδη από τα χρόνια που έπαιζε στο σχολείο Gulfport High. Εκεί, δύο συνεχόμενες χρονιές αναδείχτηκε καλύτερος παίκτης ολόκληρου του Μισισιπή. Στο κολέγιο του Λουιζιάνα Στέιτ (LSU) ήταν πραγματικά απίστευτος. Ήδη στον 5ο μόλις αγώνα του ως πρωτοετής έκανε ρεκόρ (για αθλητή πρώτου έτους) στην ιστορία του NCAA πετυχαίνοντας 55 πόντους. Τελείωσε τη χρονιά με 30.2 πόντους, 3.4 ριμπάουντ και 4.1 ασίστ (στην πιθανότατα καλύτερη σεζόν ρούκι στην ιστορία του NCAA), ενώ ανάλογα ήταν τα κατορθώματά του και στη 2η (και τελευταία) χρονιά του στο κολέγιο.

Ο Αμπντούλ-Ραούφ επελέγη στο νούμερο 3 του ντραφτ του 1990 από τους Ντένβερ Νάγκετς. Την πρώτη χρονιά του στο NBA είχε υψηλούς μέσους όρους (14.1 πόντοι και 3.1 ασίστ), κάτι που τον βοήθησε να επιλεγεί στην καλύτερη πεντάδα Rookie του 1991. Την επόμενη χρονιά οι μέσοι όροι του έπεσαν (10.3 πόντοι) μόνο και μόνο για να εκτοξευτούν στη συνέχεια. Ο Αμπντούλ-Ραούφ ήταν από το 1992-93 μέχρι και το 1995-96 το αστέρι, ο καλύτερος παίκτης και ο πρώτος σκόρερ των Ντένβερ Νάγκετς. Τα ρεκόρ που έσπασε πολλά. Το 1993 πήρε το βραβείο του πιο βελτιωμένου παίκτη (MIP) έχοντας 19.2 πόντους και 4.2 ασίστ μέσο όρο (ενώ συμμετείχε και στον… διαγωνισμό καρφωμάτων!), προπονούμενος 9 ώρες κάθε μέρα και χάνοντας 15 κιλά πριν αρχίσει η σεζόν. Το 1994 και το 1996 είχε το υψηλότερο ποσοστό στις βολές στο πρωτάθλημα, ενώ το 1998 είχε τη χαμηλότερη αναλογία λαθών/λεπτών συμμετοχής σε ολόκληρο το NBA.

Μάλιστα τη σεζόν 1993-94 χάνει μόλις για μία βολή το απόλυτο ρεκόρ στην ιστορία του NBA, αφού μένει στις 219/229 (95.6%) σε αντίθεση με το 95.8% (206/215) του Κάλβιν Μέρφι (έγινε το 1980-81). Το Δεκέμβριο του 1995 πέτυχε 51 πόντους κατά της Γιούτα, ενώ ένα μήνα νωρίτερα είχε μοιράσει με αντίπαλο το Φοίνιξ 20 ασίστ (και 30 πόντους). Δύο μήνες αργότερα σχεδόν μόνος του (32 πόντοι και 9 ασίστ) σταματούσε σερί 18 νικών των Μπουλς (που εκείνη τη χρονιά πήγαν στο 72-10) κερδίζοντάς τους με 105-99. Η χρονιά 1995-96 ήταν και η καλύτερή του στο NBA, αφού είχε 19.2 πόντους, 6.8 ασίστ, 2.4 ριμπάουντ και 1.1 κλέψιμο ανά αγώνα. Όμως, αυτή η χρονιά έμελλε να είναι και η αρχή του τέλους της καριέρας του στο NBA.

Μετά την αποχώρησή του από το NBA το 1998 έπαιξε για ένα διάστημα στη Φενέρμπαχτσε στην Τουρκία για να αποσυρθεί από την ενεργό δράση το 1999. Ένα χρόνο αργότερα επέστρεφε για να παίξει στους Βανκούβερ Γκρίζλις, αλλά κι εκεί η καριέρα του είχε άδοξο τέλος, για να ταξιδέψει ύστερα από άλλη μία χρονιά απραξίας στη Ρωσία και την Ουράλ Γκρέιτ (2003-04). Εκεί πραγματοποίησε καταπληκτικές εμφανίσεις (16.1 πόντους, 2.5 ασίστ στο FIBA Europe League) και την επόμενη χρονιά συνέχισε ακόμα καλύτερα με τη Ροζέτο στην Ιταλία. Τη χρονιά 2005-06 δεν αγωνίστηκε πουθενά λόγω τραυματισμού, για να κοσμήσει τα ελληνικά γήπεδα, και συγκεκριμένα το Αλεξάνδρειο, το 2006-07.

Στον Άρη αποκτήθηκε για τα ματς της Ευρωλίγκας, αλλά έπαιξε και σε 2 αγώνες ελληνικού πρωταθλήματος λόγω του τραυματισμού του Σκέιλς. Στην Ευρωλίγκα έπαιξε 17 αγώνες με 4.6 πόντους μέσο όρο σε 11 λεπτά συμμετοχής ανά αγώνα. Το 2007-08 τον βρήκε στη Σαουδική Αραβία και την Αλ Ιτιχάντ, ενώ από το 2009-10 παίζει στην Ιαπωνία και την Κιότο Χαναρίζ, με την οποία είχε 17.9 πόντους, 2.6 ριμπάουντ και 2.4 ασίστ σε ηλικία 41 ετών την πρώτη του σεζόν, ενώ φέτος έχει 14.7 πόντους, 2.4 ριμπάουντ, 1.6 κλεψίματα και 2.3 ασίστ ως τώρα σε 27 αγώνες με 25 λεπτά ανά ματς με ρεκόρ χρονιά τους 28 πόντους με 6/7 τρίποντα στις 19/12.

Ο επαναστάτης…

Ήταν μετά τα μισά της χρονιάς του 1996 όταν έγινε το περιστατικό που σημάδεψε την καριέρα και τη ζωή του. Ο Αμπντούλ-Ραούφ στα παιχνίδια των Νάγκετς εκείνη τη χρονιά (60 περίπου μέχρι το περιστατικό) δεν ήθελε να στέκεται προσοχή στον εθνικό ύμνο των Η.Π.Α. (που ακούγεται πριν από κάθε αγώνα του πρωταθλήματος). Η ομάδα (σε συνεννόηση με τη λίγκα) του είχε επιτρέψει να μένει στα αποδυτήρια, ώστε να μην τιμωρείται, αφού ο κανονισμός του NBA ορίζει ρητά ότι οι παίκτες πρέπει να βρίσκονται σε εμφανή στάση προσοχής κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου (το χέρι στο στήθος και το κεφάλι ψηλά). Σε έναν αγώνα, όμως, ο Αμπντούλ-Ραούφ είναι στο γήπεδο, αλλά αρνείται να σταθεί προσοχή όρθιος κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου και συνεχίζει να κάνει διατάσεις στο παρκέ.

Οι αντιδράσεις σε αυτή του την ενέργεια ήταν αλυσιδωτές. Ο κόσμος της συντηρητικής Αμερικής ξεσηκώθηκε και τα ραδιόφωνα «βομβαρδίστηκαν» με απορημένους «φιλάθλους» οι οποίοι ρωτούσαν γιατί το έκανε αυτό. Όταν ρωτήθηκε ο Αμπντούλ-Ραούφ είπε ότι «τα θρησκευτικά μου ‘πιστεύω’ έρχονται σε αντίθεση με το να σταθώ προσοχή μπροστά στη σημαία των Η.Π.Α., η οποία είναι σύμβολο καταπίεσης κι έχει μακρά ιστορία τυραννίας στην πολιτική της στις ξένες χώρες».

Εννοείται ότι μετά από αυτό όλοι θέλησαν να τον «σταυρώσουν». Το NBA τον τιμώρησε την αμέσως επόμενη ημέρα με 30.000 ευρώ πρόστιμο και επ’ αόριστον αποκλεισμό από το πρωτάθλημα (αποκλεισμό άνευ αποδοχών εννοείται – το συμβόλαιό του τότε ήταν στα 3 εκατομμύρια δολάρια). Όμως, ο αποκλεισμός κράτησε μόλις μία ημέρα, καθώς η πολιτική βαρύτητα του θέματος ήταν τεράστια, μιας και φαινόταν ότι στοχοποιούσε μια ολόκληρη θρησκεία.

Η ανακοίνωση του πρωταθλήματος ήρθε δύο ημέρες αργότερα και ανέφερε ότι επήλθε συμβιβασμός ανάμεσα στο NBA και τον Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ. Ο παίκτης θα έπρεπε να στέκεται όρθιος, αλλά θα μπορούσε να μην είναι σε θέση προσοχής, να έχει κλειστά τα μάτια και να προσεύχεται. Αυτό έκανε ο Αμπντούλ-Ραούφ από τότε μέχρι και το τέλος της καριέρας του στο NBA.

Τα πράγματα δεν ηρέμησαν, όμως, με τον Αμπντούλ-Ραούφ να είναι «κόκκινο πανί» στη χώρα της υποκρισίας μόνο και μόνο επειδή θέλησε να έχει ελευθέρια έκφρασης σε ένα μέρος όπου και τα ελάχιστα ατομικά δικαιώματα καταπατούνται με χαρακτηριστική ευκολία στο βωμό του «πατριωτισμού».

Το ίδιο καλοκαίρι (1996), οι Ντένβερ Νάγκετς τον έστειλαν στους Σακραμέντο Κινγκς για να πάρουν τον Σαρούνας Μαρτσουλιόνις και ένα ντραφτ δεύτερου γύρου σε μία μετεγγραφή που μόνο για αγωνιστικούς λόγους δεν έγινε. Ήταν ξεκάθαρα πλέον παρίας, σε κάθε γήπεδο αποδοκιμαζόταν, ήταν ο «ισλαμιστής τρομοκράτης» του NBA. Στο Σακραμέντο, ο χρόνος συμμετοχής του μειώθηκε αισθητά (από 35 λεπτά σε 27 το 1997 και 17 το 1998), μέχρι που το καλοκαίρι του 1998, ο Αμπντούλ-Ραούφ έφυγε αναγκαστικά για την Ευρώπη.

Όμως, το «κυνηγητό» δε θα τελείωνε, αφού, ενώ ο ίδιος δεν βρισκόταν καν στην περιοχή, είδε το προς πώληση σπίτι του (αναγκάστηκε να το πουλήσει γιατί ήταν πια επικίνδυνο να μένει στην περιοχή) στη Λουιζιάνα να καίγεται (το 2001) και τα γράμματα ΚΚΚ (η υπογραφή της Κου Κλουξ Κλαν) να είναι ψεκασμένα με σπρέι στην πόρτα του. Ο Αμπντούλ-Ραούφ είπε ότι ήταν κίνηση φυλετικού και θρησκευτικού εκφοβισμού, αλλά το FBI διαφώνησε και η έρευνα για τους ενόχους έμεινε εκεί! «Αυτό ήταν το τέλος. Κατάλαβα ότι ήμασταν ανεπιθύμητοι εκεί. Έπρεπε να φύγουμε». Πάρα πολλές απειλές για δολοφονία, χιλιάδες γράμματα μίσους, μέλη της οικογένειας και «φίλοι» να του γυρίζουν την πλάτη, όλα αυτά επειδή θέλησε να έχει ελευθερία έκφρασης.

Χαμένα ιστορικά ρεκόρ

Ο Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ είναι 1ος στην ιστορία του NBA στις βολές, αλλά για… 39 δεν έχει πιάσει το κατώτατο όριο των 1.200 βολών. Τελείωσε την καριέρα του με 1051/1161, δηλαδή με 90.5%, ποσοστό μεγαλύτερο αυτού του Στιβ Νας (1ος με 90.4%), του Μαρκ Πράις (2ος με 90.4%) και του Ρικ Μπάρι (3ος με 90.0%). Το 1993-94 και το 1995-96 ήταν 1ος στη λίγκα σε ποσοστό, έχοντας 95.6%, όπως είπαμε και πιο πάνω, στην πρώτη από τις δύο χρονιές και 93.4% τη δεύτερη.

Έτσι, το «μαύρο πρόβατο» του NBA για 39 βολές στην καριέρα του (και για 1 το 1993-94) έβγαλε τη λίγκα από τη δύσκολη θέση να τον βάλει στις λίστες με τους καλύτερους όλων των εποχών.

Το Σύνδρομο Τουρέ είχε την επίδρασή του και στην ευστοχία του Αμπντούλ-Ραούφ στις βολές. Σούταρε εκατοντάδες, χιλιάδες βολές κάθε μέρα μέχρι τα πάντα να νιώθει ότι είναι τέλεια. Όχι μόνο η μπάλα να μην ακουμπήσει το στεφάνι πριν μπει, αλλά να τη νιώθει «εντάξει» στο χέρι του, στον αντίχειρα, στην απόσταση ανάμεσα σε δύο δάχτυλα, όλα έπρεπε να είναι τέλεια.

Μια «απίστευτη» ιστορία (αλλά αληθινή) λέει ότι στο Λύκειο, ο προπονητής της ομάδας μπάσκετ έβαζε κάθε μέρα έναν παίκτη να σουτάρει βολές. Αν πετύχαινε συνεχόμενες βολές, τότε θα έκοβε λεπτά από τις ασκήσεις τρεξίματος της προπόνησης. Μια μέρα ζήτησε από τον Αμπντούλ-Ραούφ να σουτάρει βολές. Εκείνος έβαλε 283 συνεχόμενες (!). Η προπόνηση… ακυρώθηκε εκείνη την ημέρα!

O Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ μέσα από τα δικά του λόγια
(Η συνέντευξη έγινε μετά το τέλος της σεζόν 2006-07)

Οι παίκτες του Άρη είπαν ότι ήσουν ένας μεγάλος δάσκαλος γι’ αυτούς στο γήπεδο. Πώς είδες εσύ την ομάδα, αλλά και γενικότερα τη διαμονή σου στη χώρα;

Είναι πολύ ευχάριστη χώρα, οι άνθρωποι το ίδιο. Οι περισσότεροι με υποδέχτηκαν με τον καλύτερο τρόπο. Με υποστήριξαν ιδιαίτερα και μέσα στο γήπεδο, αλλά και έξω από αυτό. Όσον αφορά στους συμπαίκτες μου, φέτος έζησα μία εμπειρία που σπάνια έχω ξαναζήσει στην καριέρα μου. Είναι μία καταπληκτική ομάδα ανθρώπων. Καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς δεν υπήρχε ούτε μία σύγκρουση, ούτε ένας διαπληκτισμός, καθόλου ζήλια. Και αυτό είναι κάτι σπάνιο. Όλα τα παιδιά είχαν μία αληθινή, γνήσια διάθεση να παίξουν καλά, να προσπαθήσουν. Ήταν προνόμιο για μένα που ήμουν μέλος αυτής της ομάδας.

Η επόμενη ερώτηση είναι μάλλον κλισέ, αλλά θα την κάνω ούτως ή άλλως: αφορά τους φίλους του Άρη. Ήταν ενθουσιασμένοι όταν έμαθαν ότι θα έρθεις στην Ελλάδα, ενώ στην πορεία ανέπτυξες μία ξεχωριστή σχέση μαζί τους.

Οι οπαδοί με υποστήριζαν πάντοτε ιδιαίτερα. Κατά τη διάρκεια των αγώνων, αλλά και στους δρόμους. Με πλησίαζαν, μου μιλούσαν και με ευχαριστούσαν που ήρθα και είμαι μέλος του Άρη. Το μόνο που εύχομαι είναι να μου είχε δοθεί η ευκαιρία να παίζω περισσότερο, να συμβάλλω πιο πολύ στην προσπάθεια της ομάδας. Η ομάδα αυτή έχει ένα πολύ άκαμπτο φρόνημα να κερδίζει και για μένα ήταν προνόμιο να είμαι μέλος της. Εύχομαι να ήταν καλύτερο το αποτέλεσμα για την ομάδα.

Θα μπορούσες να ξεχωρίσεις κάποια στιγμή της καριέρας σου; Αλλά και κάποια στιγμή φέτος.

Εννοείς σε ολόκληρη την καριέρα μου; Θεέ μου! Υπάρχουν πολλές ξεχωριστές στιγμές στην καριέρα μου. Για παράδειγμα, ο αγώνας με το Φίνιξ στο NBA, όπου είχα 30 πόντους και 20 ασίστ. Η επιλογή μου ως πιο βελτιωμένος παίκτης σε ολόκληρο το πρωτάθλημα του NBA, οι 51 πόντοι στο παιχνίδι με τη Γιούτα. Φέτος, το καλύτερο για μένα ήταν που είχα μία υπέροχη ομάδα ανθρώπων ως συμπαίκτες. Αυτό κάνει τη χρονιά πολύ πιο εύκολη και ευχάριστη για να τα βγάλεις πέρα. Τα κάνει όλα πιο εύκολα. Και οι οπαδοί επίσης, όταν είναι τόσο ζεστοί με την ομάδα.

Σκέφτεσαι να αποσυρθείς ή θα επανέλθεις του χρόνου;

Δε χωράει συζήτηση το γεγονός ότι θα επιστρέψω και του χρόνου. Ξεκινάω από τώρα την επάνοδό μου. Θα επανέλθω πιο δυνατός, θα ξεπεράσω τον τραυματισμό μου, θα γυρίσω καλύτερος. Δεν το λέω αυτό αλαζονικά. Απλώς είμαι τόσο αποφασισμένος, ιδιαίτερα μετά από αυτή τη χρονιά. Νιώθω υπέροχα, η κατάστασή μου είναι τέλεια. Όσο έχω την επιθυμία και τη φυσική δύναμη να παίζω, θα παίζω. Μέχρι να χάσω ένα από αυτά τα δύο.

Θα σκεφτόσουν να επιστρέψεις στην Ελλάδα;

Ναι. Είναι ένα υπέροχο μέρος να παίζεις, μια όμορφη χώρα. Πέρασα όμορφα εδώ. Αν βγάλεις βέβαια το γεγονός ότι δεν έπαιζα πολύ, αλλά και ότι δεν προχωρήσαμε όσο θα θέλαμε στην Ευρωλίγκα. Αλλά, δε θα δίσταζα ούτε λεπτό να έρθω ξανά.

Ξέρω ότι μάλλον θα έχεις απαντήσει αυτή την ερώτηση ένα εκατομμύριο φορές, αλλά δεν μπορώ να την αφήσω έξω από τη συζήτησή μας. Το σύνδρομο Τουρέ έχει παίξει μεγάλο ρόλο στη ζωή σου. Έχεις αναφέρει στο παρελθόν ότι σε έκανε πιο δυνατό. Έχεις αποδείξει ότι είσαι μαχητής, νικητής, αλλά και πρότυπο για τους άλλους. Πόσο δύσκολο ήταν να ξεπεράσεις το πρόβλημα αυτό με την υγεία σου;

Ήταν οπωσδήποτε μία τεράστια πρόκληση και ακόμη είναι μία τεράστια πρόκληση. Είναι κάτι που συνεχώς με πιέζει να γίνομαι καλύτερος. Δεν νομίζω ότι θα ήμουν ο παίκτης και ο άνθρωπος που είμαι και προσπαθώ να είμαι, αν δεν το είχα. Σε κάθε επιτυχία που έχω, έχει παίξει τεράστιο ρόλο. Χωρίς αυτό δεν νομίζω ότι θα είχα πιέσει τον εαυτό μου ούτε κατά διάνοια στο βαθμό που έχω κάνει τώρα. Είναι η έμπνευση, ο καταλύτης, που με σπρώχνει μακρύτερα. Ακόμα κι όταν δε θέλω να πιεστώ. Είναι σημαντικός παράγοντας στο πού έχω φτάσει.

Γράφεις την αυτοβιογραφία σου αν δεν κάνω λάθος. Το κύριο θέμα με το οποίο θα ασχολείται το βιβλίο θα είναι η καριέρα σου, ή εφόσον είσαι ένας άνθρωπος που έχει αποδείξει ότι δεν φοβάται να πει αυτά που σκέφτεται, θα πρέπει να περιμένουμε κάτι περισσότερο πολιτικό;

Το βιβλίο θα είναι πολιτικό, θα ασχολείται με τη ζωή μου, δε θα έχει όρια. Αυτό που είπα σ’ εκείνον που κάνει την επιμέλεια είναι να αφήσει την πένα να γράφει. Ασχολείται με τα πάντα. Με την ασθένεια, με το θέμα της σημαίας, με το NBA, με τους προσωπικούς μου αγώνες, με τον τρόπο που μεγάλωσα, με τον αλκοολισμό της μητέρας μου. Όλα όσα είχαν αντίκτυπο και επηρέασαν τη ζωή μου, κάνοντάς με τον άνθρωπο που είμαι σήμερα και οδηγώντας με στις αποφάσεις που έχω πάρει. Όσοι το έχουν διαβάσει έχουν αντιδράσει θετικά, πιστεύουν ότι πρέπει να γίνει και ταινία. Δουλεύουμε πάνω στο βιβλίο εδώ και 10 χρόνια. Εμένα δε με ενδιαφέρει αν θα γίνει ταινία. Είναι για τα όσα έχω περάσει, τα όσα περνάω ακόμη, τους ανθρώπους που με έχουν επηρεάσει. Είναι γιατί θέλω να δώσω κάτι πίσω σε αυτούς. Θα έχει τόσες πολλές ιστορίες μέσα σε μία ιστορία. Όσοι το διαβάσουν θα εκπλαγούν, θα σοκαριστούν. Είμαι ενθουσιασμένος με αυτό.

Είπες ότι «θα εκπλαγούν, θα σοκαριστούν». Με τι; Με λεπτομέρειες της ζωής σου, ή με γεγονότα που δεν έχουν δει το φως της δημοσιότητας;

Πιστεύω ότι θα γίνει αυτό. Τέτοια ανάδραση έχω ως τώρα απ’ όσους το έχουν διαβάσει. Είτε είναι ο προπονητής μου στο κολέγιο, είτε συντάκτες αθλητικών περιοδικών, φίλαθλοι, Εβραίοι, λευκοί, μαύροι, Δημοκρατικοί, Ρεπουμπλικάνοι, όλοι έχουν ως τώρα την ίδια αντίδραση: Θεέ μου, δεν το ήξερα. Και το λένε σοκαρισμένοι. Ακόμη και ο προπονητής μου στο Λουιζιάνα, που νόμιζε ότι ήξερε τα πάντα για μένα, δεν μπορούσε να πιστέψει πολλά απ’ όσα διάβασε. Προσπαθώ να το τελειώσω και να το εκδώσω… πριν έρθει η ημερομηνία λήξης μου!

Να το περιμένουμε φέτος δηλαδή.

Ναι, προσπαθώ να προλάβω την έναρξη της επόμενης χρονιάς στο NBA. Έχω συναίσθηση ότι η ιστορία μου συνδέεται με το μπάσκετ, έτσι θέλω να το συνδυάσω με την έναρξη της μπασκετικής χρονιάς που έρχεται.

Αν έπρεπε να περιγράψεις τον Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ με λίγες μόνο λέξεις, τι θα επέλεγες;

Ένα άτομο το οποίο είναι μόνιμα σε αναζήτηση να βελτιώσει τη ζωή του με κάθε δυνατό τρόπο: σε πνευματικό, διανοητικό, σωματικό, ψυχολογικό επίπεδο. Προσπαθώ να είμαι ο καλύτερος άνθρωπος που μπορώ να είμαι μέχρι να φύγω από αυτόν τον κόσμο.

Νίκος Κουσούλης

The post Μαχμούντ Αμπντούλ-Ραούφ: Ο επαναστάτης, ο παίκτης, ο άνθρωπος appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/2699/feed 0
Τον θυμάσαι; – Τζέιμς Φόρεστ http://www.ageofbasketball.net/archives/2435 http://www.ageofbasketball.net/archives/2435#respond Sun, 02 Jan 2011 18:20:50 +0000 http://theageofbasketball.net.ageofbasketball.net/2011/01/02/james-forrest-basketball/ Ο Τζέιμς Φόρεστ (39, James Forrest) είναι από τους Αμερικανούς που άφησαν το στίγμα τους στο ελληνικό μπάσκετ. Έπαιξε συνολικά στη χώρα μας 5 σεζόν και σίγουρα όσοι είχαν την ευκαιρία να τον δουν τον θυμούνται. Από τους θρύλους του NCAA, δεν έπαιξε ποτέ στο NBA, αλλά έκανε μια πολύ καλή καριέρα στην Ευρώπη, ο …

The post Τον θυμάσαι; – Τζέιμς Φόρεστ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
Ο Τζέιμς Φόρεστ (39, James Forrest) είναι από τους Αμερικανούς που άφησαν το στίγμα τους στο ελληνικό μπάσκετ. Έπαιξε συνολικά στη χώρα μας 5 σεζόν και σίγουρα όσοι είχαν την ευκαιρία να τον δουν τον θυμούνται. Από τους θρύλους του NCAA, δεν έπαιξε ποτέ στο NBA, αλλά έκανε μια πολύ καλή καριέρα στην Ευρώπη, ο Φόρεστ ήταν πάουερ φόργουορντ δυναμίτης.

Γεννήθηκε στην Ατλάντα, μεγάλωσε στα playgrounds της πόλης, πόλης στην οποία λατρεύεται ως ένας από τους μεγαλύτερους μπασκετικούς θρύλους της. Τελείωσε το Λύκειο ως All-American, ενώ τα κολεγιακά του χρόνια τα πέρασε στο Τζόρτζια Τεκ, του οποίου ήταν το αστέρι από πολύ νωρίς.

Το «θαύμα στο Μιλγουόκι»

Μάλιστα, την πρώτη χρονιά, στο τουρνουά του 1992, ο Φόρεστ έμελλε να μείνει για πάντα στις καρδιές όλων των οπαδών το Τζόρτζια Τεκ, αλλά και στις αναμνήσεις όλων των μπασκετόφιλων. Στον 2ο γύρο του τουρνουά, το Τζόρτζια Τεκ (νούμερο 7 στην κατάταξη) αντιμετώπιζε το USC (νούμερο 2 στην κατάταξη) με το USC να προέρχεται πιθανότατα από την καλύτερη κανονική περίοδο της ιστορίας του (24-6) και στόχο το φάιναλ φορ. Τα αμυντικά τρικ του Μπόμπι Κρέμινς δεν επέτρεψαν στο USC να βρει ρυθμό, δυσκολεύοντας το αστέρι του (Χάρολντ Μάινερ), με τις δύο ομάδες να είναι στο 76-78 υπέρ του USC με 2 δευτερόλεπτα να απομένουν.

Η επαναφορά ήταν λάθος για τους παίκτες του Τζόρτζια Τεκ, η μπάλα βγήκε και πάλι έξω στο κέντρο με 8 δέκατα να απομένουν. Και τότε ο Φόρεστ πρόσφερε στο κολεγιακό μπάσκετ τη στιγμή που έχει ονομαστεί ως «Το θαύμα στο Μιλγουόκι», ένα από τα 10 buzzer-beater στην ιστορία του NCAA.

Ο Μπόμπι Κρέμινς είπε για τη φάση: «Θέλαμε η μπάλα να πάει σε έναν από τους σουτέρ μας», Τράβις Μπεστ και Τζον Μπάρι στο παρκέ, «ο Φόρεστ ήταν η τελευταία επιλογή, ο πραγματικά τελευταίος στο παρκέ στον οποίο θέλαμε να πάει η μπάλα». Άδικα; Όχι, βεβαίως. Ο Φόρεστ είχε 0/3 τρίποντα σε ολόκληρη τη σεζόν!

Ο Φόρεστ εξηγεί το γιατί: «Ο προπονητής μου στο σχολείο μου έλεγε ‘να δουλεύεις πάντα πάνω στο παιχνίδι σου’, οπότε, αφού ούτως ή άλλως μέσα στο ματς δεν σούταρα τρίποντα, ποτέ δεν έκανα προπόνηση στα τρίποντα».

Η επαναφορά αργούσε, το USC είχε κλείσει καλά τους Μπεστ και Μπάρι και πάνω στην απελπισία του ο Γκάιτζερ, για να μην του μείνει η μπάλα στα χέρια, την πέταξε στο πλάι στον Φόρεστ. Εκείνος έκανε στροφή, σούταρε και έγραψε το τελικό 79-78 για το Τζόρτζια Τεκ, με τον σπορκάστερ του αγώνα να λέει τη μνημειώδη πια φράση «Holy Mackerel!». Μετά το ματς ο Φόρεστ επέστρεψε στο ξενοδοχείο… με τα πόδια: «Δεν άντεχα. Ήθελα καθαρό αέρα. Βγήκα έξω και χιόνιζε πολύ. Ήταν τέλεια».

Χρόνια αργότερα δήλωσε: «Το φοβερό είναι ότι σούταρα την μπάλα λες και είχα ρυθμό σουτέρ. Η αλήθεια είναι ότι απλά σούταρα και ήλπιζα να μου γίνει φάουλ να πάω στις βολές. Ο κόουτς Κρέμινς μου έφτιαξε την ίδια φάση στην προπόνηση μετά τον αγώνα και το σουτ μου ήταν… πολύ κοντό για να φτάσει στην μπασκέτα»! Ο Φόρεστ έχει ακόμα την μπάλα με την οποία έβαλε εκείνο το καλάθι…

Το γεγονός ότι ο Φόρεστ δεν έγινε ποτέ ντραφτ στο NBA θα μείνει ένα από τα ανεξήγητα μυστήρια. Πολλοί λένε ότι μάλλον έφταιγε το γεγονός έμεινε στο κολέγιο και για την 4η χρονιά του (1994-95). Τις τρεις προηγούμενες ήταν Freshman All-American το 1991-92, MVP του ACC Tournament το 1992-93 (έχοντας 26.7 πόντους και 7.0 ριμπάουντ, σουτάροντας με 69% στα τρία ματς του τουρνουά ως τον τίτλο του Τεκ) και στην καλύτερη πεντάδα του ACC το 1993-94 (All-American). Ο Φόρεστ οδήγησε το Τζόρτζια Τεκ σε 1 παρουσία στο NIT και 2 παρουσίες στο τελικό τουρνουά του NCAA στα τρία αυτά χρόνια.

Τη δεύτερη χρονιά του είχε 19.5 πόντους και 7.5 ριμπάουντ μέσο όρο, ενώ την 3η είχε 19.0 πόντους και 7.9 ριμπάουντ. Όμως, η 4η ήταν η αιτία για να μείνει εκτός ντραφτ, αφού ο ντόρος γύρω από το όνομά του είχε περάσει. Έγινε ντραφτ στο CBA, πέρασε μια χρονιά στις Η.Π.Α. με τραυματισμούς και λίγο μπάσκετ και αποφάσισε το 1996-97 να περάσει τον Ατλαντικό.

Η Ευρώπη

«Τόσο πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι αν δεν παίξεις στο NBA, η καριέρα σου τελείωσε. Όμως, δεν είναι καθόλου έτσι. Αν δεν είχα παιδιά, η Ευρώπη θα ήταν το σπίτι μου. Είναι τόσο όμορφα και ήσυχα εκεί», είπε το 2009 ο, μεγαλωμένος στις κακόφημες περιοχές της Ατλάντα, Φόρεστ.

Πρώτος σταθμός η Χαποέλ Ελιάτ στο Ισραήλ, όπου μετά από μία επιτυχημένη θητεία επέστρεψε στις Η.Π.Α. για το καμπ των Λος Άντζελες Λέικερς (μάλιστα υπέγραψε συμβόλαιο μαζί τους, αλλά δεν έπαιξε ποτέ εκεί). Το 1997-98 τον βρήκε να παίζει ανάμεσα στην Ουέλβα και τη Χαποέλ Ελιάτ ξανά, πριν επιστρέξει και πάλι στις Η.Π.Α.. Γεμάτη σεζόν με την Πιστόια το 1998-99 στην Ιταλία, αλλά και… λίγο από Βενεζουέλα την άνοιξη με την Κοκοντρίγιος ντε Καράκας (19.0 πόντοι, 7.5 ριμπάουντ), για ν κλείσει τη σεζόν στο σάμερ λιγκ των Μπόστον Σέλτικς.

Στην Ελλάδα μέσω Κρήτης

Το 1999-2000 αρχίζει η σχέση του με την Ελλάδα, σχέση που σίγουρα σημάδεψε την καριέρα του. Το Ηράκλειο ήταν εκείνο που έφερε στην Ελλάδα τον Φόρεστ και… μας «έβγαλε τα μάτια». Η κρητική ομάδα σώθηκε με 11-15 εκείνη τη σεζόν και ο Φόρεστ είχε σε 25 αγώνες (συνθέτοντας ένα απίστευτο δίδυμο Αμερικανών με τον Τζίμι Όλιβερ) 22.0 πόντους, 11.2 ριμπάουντ, 1.0 κλέψιμο σουτάροντας με 51% στα δίποντα και 76% στις βολές. Αυτά τα νούμερα τον έφεραν 2ο σκόρερ (πίσω από τον Φορντ) και 2ο ριμπάουντερ (πίσω από τον Γκίμπερτ) του πρωταθλήματος.

Ένας πάουερ φόργουορντ δυναμίτης, ασταμάτητος στη ρακέτα, με ωραίες κινήσεις, δυνατός και με έφεση στα ριμπάουντ. Τι άλλο να ζητήσει μια ομάδα; Αυτό σκέφτηκε και ο Άρης και το 2000-01 πήρε τον Φόρεστ. Η σχέση του Φόρεστ με τον Άρη ήταν περιπετειώδης, με τον Αμερικανό να φεύγει τον Νοέμβριο απλήρωτος και να επιστρέφει λίγο μετά ξανά στον Άρη. Ο Άρης περνούσε τότε μερικές από τις χειρότερες στιγμές της ιστορίας του ταλανιζόμενος από απίστευτα προβλήματα, αλλά με τον Φόρεστ μπόρεσε να σώσει τη σεζόν με το οριακό 7-19 που τον έφερε 12ο στη βαθμολογία.

Ο Φόρεστ ήταν όαση στο ιδιαίτερα μέτριο ρόστερ των «κιτρίνων» και τελείωσε τη σεζόν με 21.9 πόντους, 10.1 ριμπάουντ και 1.8 κλεψίματα έχοντας 47% στα δίποντα και 69% στις βολές. Ξανά 2ος σκόρερ του πρωταθλήματος (πίσω και πάλι από τον Φορντ) και 4ος ριμπάουντερ.

Ο Ολυμπιακός και η Ευρωλίγκα

Την επόμενη χρονιά, στα 29 του ήρθε η ευκαιρία που ζητούσε πάντα. Ο Σλόμπονταν Σούμποτιτς τον πήρε στον Ολυμπιακό, για να πλαισιώσει τον Αλφόνσο Φορντ, συνθέτοντας ένα εξωφρενικό δίδυμο Αμερικανών, έχοντας τους δύο πρώτους σκόρερ της προηγούμενης σεζόν.

Πρώτη χρονιά στην Ευρωλίγκα για τον Φόρεστ, με τον Ολυμπιακό να… «αυτοκτονεί» σε όλα τα μέτωπα, έχοντας και προβλήματα τραυματισμών, και τελικά να παίρνει μόνο το Κύπελλο Ελλάδας. Ήττα στον τελικό της Α1 από την ΑΕΚ παρότι προηγήθηκε με 2-0 νίκες, αποκλεισμός στο Top-16 της Ευρωλίγκας από όμιλο με Παναθηναϊκό, ΑΕΚ και Ολίμπια Λιουμπλιάνας, παρότι είχε 2-0 νίκες με την ΑΕΚ και 1-1 με πλεονέκτημα στην ισοβαθμία με τον Παναθηναϊκό, έχοντας κερδίσει εκτός έδρας και την Ολίμπια. Τελικά, η ήττα στο ΣΕΦ από τους Σλοβένους αποκλεισμένους του στέρησε την πρόκριση στο φάιναλ φορ.

Στην Ευρωλίγκα ο Φόρεστ είχε 12.5 πόντους, 6.0 ριμπάουντ με 53% στα δίποντα σε 20 αγώνες.

Ο Ολυμπιακός τερμάτισε 3ος στην κανονική περίοδο της Α1 με 20-6 εκείνη τη χρονιά, αποκλείοντας τον Παναθηναϊκό με 2-0 στα ημιτελικά και ξεκινώντας με 2-0 τους τελικούς. Οι «ερυθρόλευκοι» άντεξαν ουσιαστικά ως το 2ο παιχνίδι, καθώς τότε άρχισαν τα προβλήματα στη μέση του Φορντ, που δεν έπαιξε στο 4ο και το 5ο. Στο 5ο δεν έπαιξε ούτε ο Φόρεστ, καθώς είχε νωρίτερα βρεθεί ντοπαρισμένος. Οι πρώτες πληροφορίες έκαναν λόγο για… μαριχουάνα στο 1ο ματς των τελικών, στο οποίο ο Φόρεστ ήταν καταπληκτικός με 15 πόντους και 7 ριμπάουντ (με τον Ολυμπιακό να παίζει χωρίς τους τιμωρημένους Φορντ, Ρισασέ και Τόμιτς).

Ο Φόρεστ «έπεσε από τα σύννεφα», επέμενε ότι δεν πήρε τίποτα, στο δεύτερο δείγμα αποδείχτηκε ότι… το είχε «φουντώσει» κι αποκλείστηκε για 3 μήνες. Στο 5ο ματς ο Ολυμπιακός έπαιξε χωρίς τους Αμερικανούς του και έχασε με 3-2 το πρωτάθλημα. Παρότι η χρονιά θεωρήθηκε αποτυχημένη, αφού ο Ολυμπιακός έχασε πρωτάθλημα και φάιναλ φορ, ενώ τα είχε αμφότερα «αγγίξει», το Κύπελλο ήταν η τελευταία κούπα που πήραν οι «ερυθρόλευκοι» μέχρι το 2010. Εκείνη τη σεζόν στην Α1 ο Φόρεστ είχε 14.7 πόντους και 7.3 ριμπάουντ με 49% στα δίποντα και 74% στις βολές σε 23 αγώνες στην κανονική περίοδο.

Ολύμπια, Ηράκλειο ξανά και το τέλος της καριέρας του

Το 2002-03 τον βρήκε στην Ολύμπια Λάρισας, όπου έμεινε για 18 αγώνες, μέχρι η ομάδα να δει ότι δύσκολα θα σωθεί και να αρχίσει… τις περικοπές. Είχε 18.1 πόντους και 9.3 ριμπάουντ με 48% στα δίποντα και 74% στις βολές.

Από το καλοκαίρι του 2003 άρχισε το «φλερτ» του Φόρεστ με το Ηράκλειο. Ο Αμερικανός ζητούσε 150.000 ευρώ, αλλά οι κρητικοί δεν είχαν να τα δώσουν. Τελικά, το «ψηστήρι» έπιασε, ο Φόρεστ άφησε στην άκρη την πρόταση ιταλικής ομάδας, που ήταν στα λεφτά που ζητούσε και υπέγραψε στο Ηράκλειο με περίπου τα μισά, δηλώνοντας την αγάπη του για την ομάδα, αφού πρώτα έφυγε από τη Στρασμπούργκ.

Με τα χρόνια είχε αναπτύξει πρόβλημα με τα κιλά του, αφού ήταν λάτρης του φαγητού, και χαρακτηριστικός είναι ο τηλεφωνικός διάλογος με ανθρώπους του Ηρακλείου, που τον ρώτησαν πόσα κιλά είναι πριν του στείλουν τα συμβόλαια, κι εκείνος απάντησε «δεν ανεβαίνω πια σε ζυγαριά». Στο Ηράκλειο υπέγραψε τον Νοέμβρη, αλλά έμεινε για περίπου 2 μήνες, παίζοντας 7 αγώνες κι έχοντας 17.6 πόντους και 7.3 ριμπάουντ ανά ματς. Από τον Φλεβάρη ως το τέλος της χρονιάς έπαιξε στη Λιβόρνο με την οποία είχε 14.6 πόντους και 7.6 ριμπάουντ.

Το 2004-05 ξεκίνησε τη χρονιά στη Σκαβολίνι, έπαιξε μαζί της 10 ματς στο πρωτάθλημα και 3 στην Ευρωλίγκα, πριν φύγει για τη Φαμπριάνο, με την οποία είχε 18.7 πόντους και 7.4 ριμπάουντ ως το τέλος της σεζόν. Το 2005-06 ήταν η τελευταία του σεζόν στο επαγγελματικό μπάσκετ στην Ευρώπη και την έβγαλε στην ισπανική Πλασένσια με την οποία είχε 11.7 πόντους και 6.6 ριμπάουντ. Τα επόμενα δύο χρόνια έπαιξε σε μικρότερες λίγκες στις Η.Π.Α. μέχρι να αποσυρθεί οριστικά το 2008.

Ο φιλάνθρωπος Φόρεστ μετά το μπάσκετ

Το 2007 τιμήθηκε ως ένας από τους θρύλους του ACC Tournament στην ετήσια εκδήλωση του θεσμού. Όμως, η ιστορία του Φόρεστ δεν τελειώνει εδώ. Αυτό που τον κάνει πραγματικό θρύλο πέρα από τα μπασκετικά κατορθώματα είναι η ζωή του και οι προσπάθειές του μετά την αποχώρησή του από τα παρκέ.

Όσο έπαιζε στην Ευρώπη δεν είχε ιδιαίτερη επαφή με τη ζωή στην Ατλάντα. Παρότι έμενε συνήθως με κάποιο από τα αδέρφια του, ποτέ δεν αποχωριζόταν τα παιδιά του για περισσότερο από ένα μήνα. Όσο μεγάλωναν τα παιδιά, αυτό γινόταν όλο και πιο δύσκολο, μέχρι που ο Φόρεστ και η γυναίκα του χώρισαν.

Όταν αποσύρθηκε επέστρεψε στην Ατλάντα. Και είδε, μέσω του γιου του, που έπαιζε μπάσκετ, ότι οι ευκαιρίες για ένα παιδί στην πόλη να παίξει μπάσκετ ολοένα και λιγόστευαν με αποτέλεσμα τα παιδιά να καταφεύγουν στους δρόμους και τις συμμορίες. Τότε αποφάσισε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του.

Έχει φτιάξει την «James Forrest Scholastic and Sports Academy» μια ακαδημία για παιδιά (ήδη το πρόγραμμα αριθμεί περισσότερα από 400 παιδιά), όπου εκτός από μπάσκετ οι νέοι μπορούν και να σπουδάζουν. Έχει επίσης αρχίσει ένα πρόγραμμα στο AAU, το λεγόμενο «Team Forrest AAU Basketball» όπου βοηθάει τα παιδιά να βελτιωθούν ακαδημαϊκά και αθλητικά, να συμμετέχουν στις δραστηριότητες των σχολείων τους, να αναπτύξουν κοινωνικές δεξιότητες, ώστε να κυνηγήσουν ανώτερη εκπαίδευση σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Στο πρόγραμμα αυτό τα παιδιά μπορούν να διαβάζουν, να αθλούνται, να έχουν καθοδήγηση από δασκάλους.

Με τις ενέργειές του ο Φόρεστ δίνει πίσω στην Ατλάντα πολλά περισσότερα απ’ όσα πήρε ως παιδί και εκτός από το μπασκετικό πάνθεον της πόλης, θα μείνει και στο κοινωνικό ως ένας από τους ανθρώπους που νοιάστηκαν και προσπάθησαν να αλλάξουν τα κακώς κείμενα.

Νίκος Κουσούλης

Υ.Γ.: Το απίστευτο σουτ του Φόρεστ στο τουρνουά του 1992.

The post Τον θυμάσαι; – Τζέιμς Φόρεστ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/2435/feed 0
Τον θυμάσαι; – Τόνι Ουάιτ http://www.ageofbasketball.net/archives/2236 http://www.ageofbasketball.net/archives/2236#respond Fri, 26 Nov 2010 15:59:49 +0000 http://theageofbasketball.net.ageofbasketball.net/2010/11/26/%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b8%cf%85%ce%bc%ce%ac%cf%83%ce%b1%ce%b9-%cf%84%cf%8c%ce%bd%ce%b9-%ce%bf%cf%85%ce%ac%ce%b9%cf%84/ Ο Τόνι Ουάιτ (ή Γουάιτ, Tony White, 45, 1.85) είναι ένας από τους παίκτες που έχουν μείνει αξέχαστοι σε όσους βρίσκονταν κοντά στο ελληνικό μπάσκετ τη δεκαετία του 1990. Ο «Μίκι Μάους» πέρασε δύο χρονιές στη χώρα μας (και κάτι… ψιλά), αλλά άφησε το στίγμα του, δείχνοντας πόσο απίστευτος παίκτης ήταν. Σκόρερ ολκής, ασταμάτητος, ο …

The post Τον θυμάσαι; – Τόνι Ουάιτ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
Ο Τόνι Ουάιτ (ή Γουάιτ, Tony White, 45, 1.85) είναι ένας από τους παίκτες που έχουν μείνει αξέχαστοι σε όσους βρίσκονταν κοντά στο ελληνικό μπάσκετ τη δεκαετία του 1990. Ο «Μίκι Μάους» πέρασε δύο χρονιές στη χώρα μας (και κάτι… ψιλά), αλλά άφησε το στίγμα του, δείχνοντας πόσο απίστευτος παίκτης ήταν. Σκόρερ ολκής, ασταμάτητος, ο Ουάιτ μπορούσε να κερδίσει οποιαδήποτε ομάδα μόνος του στις καλές του μέρες. Και μας το έδειξε στην Α1, όπου έπαιξε με τα χρώματα της ΑΕΚ και του Άρη (και πέρασε λίγο από τον Παπάγου).

Γεννημένος τον Φλεβάρη του 1965 στη Σαρλότ, ο Ουάιτ από μικρός έδειξε πόσο μεγάλο ταλέντο ήταν. Στο κολέγιο του Τενεσί (1983-87) άφησε ξεκάθαρα το στίγμα του. Στην πρώτη χρονιά είχε 9.2 πόντους, αλλά αυτό… ήταν το ζέσταμα. Στη δεύτερη σεζόν ανέβηκε στους 15.9, στην 3η πήγε στους 22.2 για να φτάσει στην 4η σεζόν να παίζει 37.6 λεπτά και να έχει 24.5 πόντους και 3.3 ριμπάουντ μέσο όρο. Το 1986-87 ήταν στην 3η καλύτερη πεντάδα όλου του NCAA (all-American). Μαζί του στην ίδια πεντάδα ήταν και ο γνωστός μας Ντέρικ Τσίβιους.

Το καλοκαίρι του 1987 έζησε για λίγο το όνειρό του στο NBA, με τους Σικάγο Μπουλς να τον επιλέγουν στο νούμερο 10 του δεύτερου γύρου του ντραφτ (33 συνολικά). Στο Σικάγο έπαιξε ελάχιστα (μόλις 2 ματς) και πέρασε τη σεζόν 1987-88 ανάμεσα στους Νιου Γιορκ Νικς και τους Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς. Συνολικά, εκείνη τη σεζόν έπαιξε 49 αγώνες στις 3 ομάδες, με μέσο όρο 11.9 λεπτά και είχε 5.3 πόντους, 1.2 ασίστ σουτάροντας με 45% εντός παιδιάς.

Όταν οι Ουόριορς τον άφησαν ελεύθερο ο «Μίκι Μάους» προσπάθησε να παλέψει για άλλα δύο χρόνια στις Η.Π.Α. παίζοντας στο CBA και τους Λα Κρος Μπόμπκατς, όπου και ήταν καταπληκτικός. Όμως, το καλοκαίρι του 1990, βλέποντας ότι το εγγυημένο συμβόλαιο που έψαχνε στο NBA δεν ερχόταν, αποφάσισε να περάσει τον Ατλαντικό.

Πρώτος σταθμός το Βέλγιο και η Λεβέν. Εκεί έπαιξε δύο σεζόν από το 1990 έως και το 1992. Και τις δύο χρονιές αναδείχτηκε 1ος σκόρερ του βελγικού πρωταθλήματος. Το 1992-93 μετεγγράφηκε στην επίσης βελγική Κάστορς Μπρεν, με την οποία αναδείχτηκε 2ος σκόρερ του βελγικού πρωταθλήματος.

Επόμενος σταθμός ήταν η Ελλάδα, η Α1 και η ΑΕΚ το 1993-94. Μια ΑΕΚ μέτρια, με πολλά προβλήματα. Κατσικάρης, Παπασαράντου, Ποδαράς, Κουντουράκης, Λαννές, Λακίσεβιτς, Τζόνσον κάποιοι από τους συμπαίκτες του Ουάιτ στην «Ένωση». Η πρώτη του χρονιά στο πρωτάθλημα ήταν και η πρώτη χρονιά, από τις 4 συνεχόμενες, που Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός κυριαρχούσαν στην Ευρώπη.

Η ΑΕΚ τερμάτισε στο πρωτάθλημα, ο Ουάιτ ήταν 7ος σκόρερ σε σύνολο πόντων και 4ος σε μέσο όρο εκείνη τη σεζόν. Είχε σε 27 αγώνες 23.9 πόντους μέσο όρο, 2.8 ριμπάουντ, 2.6 ασίστ και 1.7 κλεψίματα, σουτάροντας με 53% στα δίποντα, 34% στα τρίποντα και 83% στις βολές.

Μεγαλύτερο highlight της σεζόν του ήταν το ματς με τον Παναθηναϊκό στις 3 Οκτωβρίου του 1993. Χωρίς καλά καλά να ξέρει τους συμπαίκτες του, ο Ουάιτ έπαιξε μόνος του τον παντοδύναμο Παναθηναϊκό για να χαρίσει στην ΑΕΚ τη νίκη με 70-69. Είχε σε 40 λεπτά 33 πόντους, 5 ασίστ, 1 ριμπάουντ και 1 κλέψιμο με 10/12 βολές, 10/18 δίποντα και 1/3 τρίποντα.

Μετά την ΑΕΚ ο «Μίκι Μάους» μετακόμισε στον Άρη για το 1994-95 σε μια ομάδα μαζί με Λυπηρίδη, Λιαδέλλη, Μωραΐτοφ, Μισούνοφ, Αγγελίδη, Βουρτζούμη και Κάτλετζ (αργότερα αντικαταστάθηκε από τον Κρις Κινγκ). Ο Άρης τερμάτισε 6ος στην Α1, ενώ ο Ουάιτ ήταν 2ος σκόρερ του πρωταθλήματος σε σύνολο πόντων και 4ος σε μέσο όρο.

Με τη φανέλα του Άρη στις εγχώριες διοργανώσεις είχε σε 33 αγώνες 26.3 πόντους, 4.2 ριμπάουντ, 3.2 ασίστ και 1.3 κλεψίματα, σουτάροντας με 52% στα δίποντα, 37% στα τρίποντα και 84% στις βολές. Στο διαγωνισμό καρφωμάτων του all-star game ο Ουάιτ έμεινε στην ιστορία αφού ο συμπαίκτης του, Κινγκ, πέρασε… από πάνω του για να καρφώσει!

Παρότι ήταν απίστευτος όλη τη χρονιά, ο Ουάιτ δεν έφυγε με τις καλύτερες σχέσεις από την ομάδα, λόγω της μέτριας παρουσίας του στο τελευταίο ματς με τον ΠΑΟΚ στα πλέι οφς. Βέβαια, αυτό δεν μπορεί να μειώσει το μεγαλείο ενός απίστευτου σκόρερ, ενώ ο Άρης τη δεκαετία 1994-2004 είχε παράδοση να μην «χωρίζει» καλά με κανέναν από τους ξένους του.

Ο Ουάιτ, ακόμη και σήμερα, έχει την 3η και την 7η επίδοση στην ιστορία της Α1 (από τη δημιουργία του ΕΣΑΚΕ και μετά) σε πόντους σε έναν αγώνα.

Στις 2 Απρίλη του 1994 είχε 45 πόντους στη νίκη της ΑΕΚ επί του Παγκρατίου με 73-70. Τότε είχε παίξει 40 λεπτά έχοντας ακόμα 2 ριμπάουντ, 2 ασίστ και 2 κλεψίματα με 10/11 βολές, 10/13 δίποντα και 5/7 τρίποντα.

Ακόμα καλύτερος (3η καλύτερη επίδοση στην ιστορία) ήταν την επόμενη σεζόν (20 Δεκέμβρη 1994) με τη φανέλα του Άρη στην ήττα με 116-115 από τους Αμπελοκήπους. Τότε είχε 47 πόντους, 9 ριμπάουντ, 1 κλέψιμο και 1 ασίστ, με 7/8 βολές, 17/28 δίποντα και 2/4 τρίποντα. Δύο μοναδικές παραστάσεις από έναν καταπληκτικό παίκτη.

Φεύγοντας από την Ελλάδα, ο Ουάιτ μεταπήδησε στη γαλλική Αντίμπ, όπου αντικατέστησε τον Ντέιβιντ Ρίβερς (όταν ήρθε στην Ελλάδα για τον Ολυμπιακό). Με την Αντίμπ το 1995-96 αναδείχτηκε 1ος σκόρερ του γαλλικού πρωταθλήματος με 27.0 πόντους μέσο όρο, έχοντας και 1.7 ριμπάουντ και 2.0 ασίστ. Στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις εκείνης της χρονιάς πέτυχε τον Ηρακλή του Εξέιβιερ ΜακΝτάνιελ και τον διέλυσε με 86-65 στη Γαλλία έχοντας 29 πόντους.

Τις επόμενες δύο σεζόν έπαιξε στην ACB με τη Βαγιαδολίδ, όπου είχε 22.0 και 21.2 πόντους μέσο όρο και το 1997-98 ήταν 2ος σκόρερ του ισπανικού πρωταθλήματος. Το 1998-99 επέστρεψε στην Ελλάδα και τον Παπάγου, αλλά έφυγε πριν καν βγει ο Οκτώβρης, καθώς ήταν απλήρωτος. Μετά έπαιξε στη Μακάμπι Ρισόν και μέχρι να τραυματιστεί είχε 12.2 πόντους και 2.9 ασίστ.

Το 1999-2000 ήταν η τελευταία του σεζόν στο επαγγελματικό μπάσκετ. Όταν αποθεραπεύτηκε από τον τραυματισμό του υπέγραψε στη Μανρέσα της Ισπανίας και είχε 13.1 πόντους και 1.4 ριμπάουντ μαζί της.

Ο «Μίκι Μάους», όπως ήταν το προσωνύμιό του λόγω του παρουσιαστικού του, ήταν ένας από τους καλύτερους σκόρερ που πέρασαν ποτέ από το ελληνικό πρωτάθλημα. Χαρακτήρας διαμάντι, παίκτης αστέρι, από τους πιο σημαντικούς της καλύτερης δεκαετίας του ελληνικού μπάσκετ.

Κι επειδή το μήλο πέφτει κάτω από τη μηλιά, ο Τόνι Ουάιτ Τζούνιορ (Tony White Jr., 22, 1.83) τελείωσε φέτος το κολέγιο (Τσάρλστον) έχοντας πολύ καλούς μέσους όρους (12.3 πόντους, 2.3 ριμπάουντ και 3.1 ασίστ με 40% στα τρίποντα την τελευταία του σεζόν). Αυτή τη στιγμή συζητάει με ομάδες στη Γερμανία για να αρχίσει από εκεί την καριέρα του. Όσοι τον δουν στο γήπεδο, σίγουρα θα σκεφτούν τον πατέρα του, καθώς το σουλούπι τους μοιάζει πάρα πολύ, και θα αναπολήσουν μεγάλες στιγμές του παρελθόντος.

Νίκος Κουσούλης

The post Τον θυμάσαι; – Τόνι Ουάιτ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/2236/feed 0
Τον θυμάσαι; – Ρίτσαρντ Ρέλφορντ http://www.ageofbasketball.net/archives/1478 http://www.ageofbasketball.net/archives/1478#respond Sun, 22 Aug 2010 01:33:07 +0000 http://theageofbasketball.net.ageofbasketball.net/2010/08/22/%cf%84%ce%bf%ce%bd-%ce%b8%cf%85%ce%bc%ce%ac%cf%83%ce%b1%ce%b9-%cf%81%ce%af%cf%84%cf%83%ce%b1%cf%81%ce%bd%cf%84-%cf%81%ce%ad%ce%bb%cf%86%ce%bf%cf%81%ce%bd%cf%84/   Δημοσιεύτηκε στις 2 Αυγούστου 2010 Ο Ρίτσαρντ Ρέλφορντ (Richard Rellford, 46, 2.00) δεν είναι κάποιος τυχαίος. Είναι ένας από τους ξένους που άφησαν το στίγμα τους στην ιστορία της Α1. Στην Ελλάδα έχει αγωνιστεί με 4 ομάδες και έχει γράψει τη δική του ιστορία. Ένας παίκτης ιδιαίτερα ταλαντούχος, με τρομερά προσόντα, που όσοι τον …

The post Τον θυμάσαι; – Ρίτσαρντ Ρέλφορντ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
 

Δημοσιεύτηκε στις 2 Αυγούστου 2010

Ο Ρίτσαρντ Ρέλφορντ (Richard Rellford, 46, 2.00) δεν είναι κάποιος τυχαίος. Είναι ένας από τους ξένους που άφησαν το στίγμα τους στην ιστορία της Α1. Στην Ελλάδα έχει αγωνιστεί με 4 ομάδες και έχει γράψει τη δική του ιστορία. Ένας παίκτης ιδιαίτερα ταλαντούχος, με τρομερά προσόντα, που όσοι τον πρόλαβαν να παίζει δεν πρόκειται να τον ξεχάσουν. Ένας πληθωρικός φόργουορντ, που μπορούσε να αλλάξει τις ισορροπίες σε κάθε αγώνα. Μάλιστα, το ρεκόρ που έχει γράψει ο Ρέλφορντ στην Α1 δεν πρόκειται να σβηστεί ποτέ, καθώς πρόκειται για μια ιστορική πρωτιά.

Ο Ρέλφορντ από μικρός ξεχώριζε για το πλούσιο ταλέντο του στο μπάσκετ. Τελειώνοντας το Λύκειο Suncoast είχε αναδειχτεί σε All-American το 1981-82 (μαζί εκείνη τη χρονιά με τον Κεν Μπάρλοου, αλλά και παίκτες όπως οι Ουέιμαν Τισντέιλ, Μπενόιτ Μπέντζαμιν, Μπραντ Ντόχερτι).

Στο Μίσιγκαν, όπου πήγε κολέγιο, έπαιξε 4 χρονιές με αρκετά καλούς μέσους όρους. Η καλύτερή του χρονιά ήταν η 4η, το 1985-86, όταν και είχε 11.8 πόντους και 4.7 ριμπάουντ σε 24 λεπτά συμμετοχής ανά αγώνα. Η παρουσία του στο κολέγιο του έδωσε θέση στο νούμερο 95 του καταραμένου ντραφτ του 1986 (2ος πέμπτου γύρου) με επιλογή από τους Ιντιάνα Πέισερς (1ος στο ντραφτ ήταν ο Μπραντ Ντόχερτι).

Από νεαρή ηλικία ο Ρέλφορντ είχε μια αδυναμία… στο φαγητό. Και όταν είσαι 22 χρονών αυτό δεν σε επηρεάζει ιδιαίτερα (συνήθως), αλλά όταν μια ομάδα NBA πρέπει να επενδύσει πάνω σου δεν το τολμάει κι εύκολα. Έτσι, το συμβόλαιο στις Η.Π.Α. δεν ήρθε για τον Ρέλφορντ που αποφάσισε να περάσει τον Ατλαντικό για την Ευρώπη όπου το ταλέντο του έφτανε και περίσσευε για να γράψει ιστορία.

Όχι ότι δεν το πάλεψε πρώτα. Αντίθετα με άλλους παίκτες του ντραφτ εκείνης της χρονιάς (Μπάρλοου) ο Ρέλφορντ δεν ήρθε αμέσως στην Ευρώπη. Έμεινε για δύο χρονιές στις Η.Π.Α. για να παλέψει για μια θέση στο NBA. Έπαιξε στο CBA στους Ράπιντ Σίτι Θρίλερς και στους Ρόκφορντ Λάιτνινγκ ενώ το 1987-88 έπαιξε και 4 αγώνες στους Σαν Αντόνιο Σπερς. Δεν αγωνίστηκε πολύ, περίπου 11 λεπτά ανά αγώνα και είχε 4.0 πόντους και 1.8 ριμπάουντ.

Το καλοκαίρι του 1988 ήρθε η στιγμή για τη μεγάλη απόφαση της καριέρας του. Ήρθε στην Ευρώπη και το Ισραήλ (που τότε ήταν πρώτος προορισμός για πολλούς Αμερικανούς). Έμεινε για δύο χρόνια στη Μακάμπι Ρισόν, πριν έρθει για πρώτη φορά στη χώρα μας, για την ΑΕΚ του Κρέζιμιρ Τσόσιτς.

Ήδη από την αρχή της παρουσίας του στην Ελλάδα άφησε τα διαπιστευτήριά του. Στις 6 Οκτωβρίου του 1990, η ΑΕΚ κέρδιζε εκτός έδρας τον (μέτριο σχετικά τότε) Παναθηναϊκό με 88-89 και τον Ρέλφορντ να έχει 29 πόντους και 4 ριμπάουντ σε 37 λεπτά. Μετά ακολούθησε ο Ολυμπιακός (με 96-75), με τον Ρέλφορντ να σταματάει στους 25 πόντους και 15 ριμπάουντ. Στα 8 παιχνίδια που έπαιξε με την ΑΕΚ ως τον Δεκέμβριο είχε 7 φορές πάνω από 20 πόντους (και στο μόνο που δεν είχε, το ματς διακόπηκε) με τελικό μέσο όρο 23.1 πόντους, 10.1 ριμπάουντ και 1.5 τάπες ανά αγώνα. Από τον Δεκέμβριο και μετά έπαιξε στη Χιρόνα της Ισπανίας.

Το NBA δεν είχε φύγει από το μυαλό του, οπότε επέστρεψε στις Η.Π.Α. το 1991-92 για μια ακόμη προσπάθεια, την οποία και «έβγαλε» στους Σιου Φολς του CBA μέχρι να το πάρει απόφαση και να έρθει ξανά στην Ευρώπη (μόνιμα) για την Κανάριας.

Το 1992-93 ήταν η πρώτη πλήρης χρονιά του στην Ελλάδα, με τη φανέλα της Δάφνης. Με τη Δάφνη έπαιξε 30 αγώνες στην Α1 και είχε 27.8 πόντους, 9.0 ριμπάουντ και 1.5 κλεψίματα μέσο όρο με 57% στα δίποντα. Μάλιστα, αναδείχτηκε 1ος σκόρερ της Α1 για να γίνει ο πρώτος Αμερικανός παίκτης που κατακτούσε αυτόν τον τίτλο στο πρωτάθλημά μας (από τότε άλλοι 7 παίκτες το έχουν καταφέρει 12 φορές)!

Η σεζόν ξεκίνησε με το καλύτερο ίσως παιχνίδι του Ρέλφορντ στην Ελλάδα, σίγουρα το πιο «διάσημο» και αυτό που θυμούνται όλοι. Ο μετέπειτα πρωταθλητής Ολυμπιακός ξεκίνησε τη σεζόν στη Δάφνη, όπου έχασε μετά από παράταση με 105-103. Ο Ολυμπιακός είχε πρώτο σκόρερ τον Ζάρκο Πάσπαλι που σταμάτησε στους 54 (!) πόντους, ενώ ο Χίγκινς έπαιξε με… δύο προπονήσεις και ήταν σαφώς εκτός κλίματος (με τον Ιωαννίδη να τον αλλάζει λίγο μετά για… αδιευκρίνιστους λόγους). Όμως, την παράσταση έκλεψε ο Ρέλφορντ, που με 30 πόντους (10/16 βολές, 10/16 δίποντα) και 8 ριμπάουντ χάρισε στην ομάδα του τη νίκη.

Το 1993-94 τον βρήκε ξανά στο Ισραήλ και τη Χαποέλ Χολόν για να επιστρέψει την επόμενη σεζόν στην Ελλάδα και το Παγκράτι. Το 1994-95 σε 21 αγώνες στο Παγκράτι είχε 23.7 πόντους, 9.7 ριμπάουντ και 1.2 κλεψίματα με 38% στα τρίποντα, αλλά δεν μπόρεσε να το σώσει, καθώς τερμάτισε 13ο.

Το καλοκαίρι του 1995 μεταπήδησε από το Παγκράτι στο Ηράκλειο και το 1995-96 σε 26 ματς με το Ηράκλειο είχε 24.8 πόντους, 6.4 ριμπάουντ με 58% στα δίποντα. Μάλιστα, τη σεζόν εκείνη τερμάτισε 2ος σκόρερ στην Α1, όμως το Ηράκλειο υποβιβάστηκε, τερματίζοντας 13ο. Τελευταίο του ματς στην Ελλάδα ήταν κατά του Ολυμπιακού στις 3 Απρίλη του 1996, όπου έβαλε 19 πόντους.

Το ρεκόρ πόντων του στην Α1 είναι 45 και το έκανε την 1η Μαρτίου του 1995 με τη φανέλα του Παγκρατίου, απέναντι στον Απόλλωνα Πάτρας σε ματς που το Παγκράτι κέρδισε με 75-64 (είχε 45 από τους 75 πόντους!). Εκείνη την ημέρα είχε 7/8 βολές, 7/11 δίποντα, 8/9 τρίποντα και 9 ριμπάουντ σε 38 λεπτά. Συνολικά στις χρονιές που πέρασε στην Ελλάδα είχε 25.6 πόντους μέσο όρο και 8.6 ριμπάουντ.

Η καριέρα του συνεχίστηκε στην Κύπρο για δύο χρόνια (1997-99) σε ΑΕΛ Λεμεσού και Ομόνοια, ενώ το 1999-2000 ξεκίνησε τη σεζόν στην Πενιαρόλ της Αργεντινής, αλλά μετά από 6 αγώνες (με 11.3 πόντους και 5.3 ριμπάουντ) αποφάσισε σε ηλικία 36 ετών να σταματήσει το μπάσκετ.

Ένας από τους πιο σημαντικούς Αμερικανούς παίκτες που πέρασαν από τα μέρη μας, ένας από εκείνους που στόλισαν τη «γεμάτη» δεκαετία του 1990, που ήταν και η καλύτερη για την Α1.

Νίκος Κουσούλης

The post Τον θυμάσαι; – Ρίτσαρντ Ρέλφορντ appeared first on Age Of Basketball.

]]>
http://www.ageofbasketball.net/archives/1478/feed 0